Αλέξανδρος Καζαμίας

Το φαινόμενο του «αποευρωπαϊσμού» στις σχέσεις Ελλάδας-Ευρωπαϊκής Ένωσης

Περίληψη

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η έννοια του «εξευρωπαϊσμού» έχει χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα για να περιγράψει την εσωτερική μεταβολή που υπόκειται η πολιτική ταυτότητα ενός κράτους μέλους ως αποτέλεσμα της ένταξής του στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με το Robert Ladrech, που διέδωσε τον όρο το 1994, «ο εξευρωπαϊσμός είναι μια σταδιακή διαδικασία επαναπροσανατολισμού της κατεύθυνσης και της μορφής της πολιτικής στο βαθμό που η πολιτική και οικονομική δυναμική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας γίνεται μέρος της οργανωτικής λογικής της εθνικής πολιτικής και της κατασκευής πολιτικών». Έκτοτε, μια αρκετά ευρεία βιβλιογραφία υποστηρίζει ότι, έστω και με κάποια όρια, η Ελλάδα έχει υποστεί μια σημαντική διαδικασία εξευρωπαϊσμού, τόσο στο πολιτικό και θεσμικό, όσο και στο οικονομικό και διπλωματικό πεδίο. Σκοπός της προτεινόμενης ανακοίνωσης είναι να υποστηρίξει ότι η διαδικασία του «εξευρωπαϊσμού» υπήρξε μία μόνο όψη της επίδρασης που είχε πάνω στην Ελλάδα η εμπειρία της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα με αυτήν, άλλες τρεις διαδικασίες, όπως ο «νοθευμένος εξευρωπαϊσμός», ο εθνικισμός και ο «αποευρωπαϊσμός» έχουν επίσης εκδηλωθεί ως διαφορετικές μορφές αντίστασης του ελληνικού πολιτικού συστήματος κατά της διαδικασίας του «εξευρωπαϊσμού». Στο πρώτο μέρος της ανακοίνωσης θα δοθεί ένας σύντομος ορισμός των τριών αυτών όρων με ενδεικτικές αναφορές σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Ο βασικός κορμός της ανακοίνωσης θα εστιαστεί στο φαινόμενο του «αποευρωπαϊσμού», το οποίο προσδιορίζεται ως μια ακραία μορφή αντίστασης του ελληνικού πολιτικού συστήματος στη δυναμική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ο «αποευρωπαϊσμός» θα οριστεί επομένως ως η πρακτική ακύρωσης της πολιτικής και οικονομικής δυναμικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που σε προγενέστερο στάδιο είχε ενσωματωθεί στη λογική της εθνικής πολιτικής ενός κράτους-μέλους. Το φαινόμενο κατόπι θα αναλυθεί διεξοδικότερα σε σχέση με τρία παραδείγματα που προέρχονται από το οικονομικό, θεσμικό και διπλωματικό πεδίο. Το πρώτο παράδειγμα αφορά τη συστηματική παραποίηση των επίσημων στατιστικών στοιχείων της Ελλάδας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τις κυβερνήσεις Σημίτη και Καραμανλή, μια πρακτική που άρχισε να εμφανίζεται από το 1997 και μετά. Το δεύτερο παράδειγμα σχετίζεται με την εδραίωση του φαινομένου της κληρονομικής διαδοχής στην κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας και τη διάδοση του νεποτισμού στους κορυφαίους θεσμούς του κράτους, ιδιαίτερα από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και μετά. Το τρίτο παράδειγμα συνδέεται με την ελληνική πολιτική αποσύνδεσης του Κυπριακού και των προβλημάτων του Αιγαίου μετά το 2003 από το ευρωπαϊκό πλαίσιο επίλυσης που ορίστηκε στη Σύνοδο του Ελσίνκι το 1999.

Η ανακοίνωση (PDF)