Titelbild der EENS

Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών

Γ΄ συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών

Δημήτρης Α. Γιαλαμάς

ΤΑΞΙΔΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΏΝ ΣΤΗΝ ΕΣΣΔ (1957-1970)
(με βάση ανέκδοτο υλικό από το Ρωσικό Κρατικό Λογοτεχνικό Αρχείο)

Στο Ρωσικό Κρατικό Λογοτεχνικό Αρχείο της Μόσχας (RGALI) φυλάσσεται πολύτιμο ανέκδοτο αρχειακό υλικό που αφορά στις λογοτεχνικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και ΕΣΣΔ κατά τα μεταπολεμικά χρόνια. Μεταξύ άλλων, οδηγίες περί μεταφράσεων και εκδόσεων έργων νεοελληνικής λογοτεχνίας στα ρωσικά[1], ανέκδοτα έργα Ελλήνων λογοτεχνών (Σ. Μυριβήλης, Τ. Λειβαδίτης) κ.α.

Ένα ενδιαφέρον κεφάλαιο που διαφωτίζεται από το υλικό αυτό είναι και σειρά επισκέψεων Ελλήνων λογοτεχνών στη Σοβιετική Ένωση[2] (κυρίως στη Μόσχα, αρκετές φορές στο Λένινγκραντ, δύο φορές Τασκένδη και μία φορά Οδησσό) σχεδόν όλα (με μοναδική εξαίρεση το ταξίδι του Β. Βασιλικού – 1970) κατά την περίοδο που βρισκόταν στην εξουσία ο Ν. Χρουστσόφ, με αποκορύφωμα την επταετία 1957-1964[3].

Σε σημείωμα της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων του έτους 1965, σχετικά με τις επισκέψεις αυτές, αναφέρεται: «Την ΕΣΣΔ έχουν επισκεφθεί ο Κώστας Βάρναλης, προσκεκλημένος για την επίδοση του Βραβείου Λένιν για την Ειρήνη, ο Στράτης Μυριβήλης, ο Γιάννης Ρίτσος και ο Νικηφόρος Βρεττάκος (για το Φεστιβάλ Νεολαίας), ο Άγγελος Τερζάκης (για το 3ο Συνέδριο Συγγραφέων), ο Ηλίας Βενέζης (για το Συμπόσιο του Λένινγκραντ), ο Κώστας Κοτζιάς και ο Λέων Κουκούλας (για το Διεθνές Συνέδριο για την Ειρήνη), για λόγους θεραπείας έχουν έρθει στη Μόσχα οι συγγραφείς Στρατής Δούκας, Νίκος Κατηφόρης, Μάρκος Αυγέρης, Κώστας Κουλουφάκος, στην επέτειο του Σεβτσένκο ήρθε η συγγραφέας Έλλη Αλεξίου, στο Γυναικείο Συνέδριο η Διδώ Σωτηρίου, το 1963, με πρόσκληση του Συνδέσμου “ΕΣΣΔ-Ελλάδα” στη Σοβιετική Ένωση ταξίδεψαν οι συγγραφείς Γεώργιος Θεοτοκάς, Οδυσσέας Ελύτης, Εμπειρίκος, το Νοέμβριο του 1964 φιλοξενήθηκε στη Μόσχα ο πεζογράφος Ανδρέας Φραγκιάς.»[4].

Από το αρχειακό υλικό προκύπτει ότι η σοβιετική πλευρά ετοίμαζε πρόσκληση στη Μόσχα για το Νίκο Καζαντζάκη, αλλά δεν πρόλαβε να την ολοκληρώσει, λόγω του θανάτου του (έγγραφο με χρονολογία 1955)[5].

Σε όλες τις περιπτώσεις οι Έλληνες προσκεκλημένοι συνοδεύονταν από διερμηνείς, οι οποίοι στο τέλος της αποστολής τους ήταν υποχρεωμένοι να καταθέσουν αναλυτική έκθεση στον Πρόεδρο ή της Επιτροπή Διεθνών Σχέσεων της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων, με πλήρη αναφορά και εκτίμηση των κινήσεων και της συμπεριφοράς του επισκέπτη. Οι εκθέσεις αυτές, δυσάρεστα μνημεία της εποχής τους, όπως επίσης και άλλα, τεχνικής φύσεως, έγγραφα, μας παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για το ενδιαφέρον αυτό κεφάλαιο των ελληνο-σοβιετικών πολιτιστικών σχέσεων. Σημαντική, στην περίπτωση αυτή, είναι και η προαναφερθείσα σειρά εγγράφων από το Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΣΕ, που παρουσιάζει αναλυτικά τη συλλογιστική και τους ευρύτερους στόχους των προσκλήσεων στην ΕΣΣΔ ξένων λογοτεχνών από χώρες του δυτικού κόσμου.
Εκτός του υλικού αυτού, στο Αρχείο διασώζονται άγνωστα κείμενα από ομιλίες Ελλήνων λογοτεχνών σε εκδηλώσεις, όπου ήταν προσκεκλημένοι (Σ. Μυριβήλης). Συμπληρωματικό υλικό αποτελεί η προσωπική αλληλογραφία τους με Ρώσους, που είχαν γνωρίσει κατά τη διαμονή τους στην ΕΣΣΔ (Ο. Ελύτης), υλικό σωζόμενο σε ελληνικά αρχεία (Αρχείο του Σ. Μυριβήλη στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη), όπως επίσης, ημερολογιακές σημειώσεις (Α. Εμπειρίκος), δημοσιεύματα με εντυπώσεις από το ταξίδι και αναλύσεις (Γ. Θεοτοκάς).

Δύο φορές επισκέφθηκε τη Μόσχα ο Σ. Μυριβήλης. Την πρώτη (1957), ως Πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών[6] συμμετείχε στο ΣΤ΄ Διεθνές Φεστιβάλ Ειρήνης και Φιλίας της Μόσχας. Σε ομιλία του στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Μόσχας (διασώζεται στο Αρχείο το ελληνικό κείμενο[7] και η ρωσική του μετάφραση), ετόνισε ότι «η Ρωσία και η Αμερική κρατούν πια στα μυστικά εργαστήρια του πιο απαίσιου θανάτου τη ζωή, την ευτυχία, την ελευθερία, τη χαρά της ζωής όλων των ανθρώπων της γης (…). Και να, ξαφνικά έρχεται το μεγάλο μήνυμα από τη Ρωσσία για το Έκτο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Ειρήνης και Φιλίας. Το μήνυμα απλώνεται σ’ όλες τις χώρες της γης, σ’ όλους τους λαούς. Η Ρωσσία, η μεγάλη Ρωσσία, που εμείς την αγαπούμε, που εμείς πολεμήσαμε και καταστραφήκαμε για τη δική της ελευθερία, αφού κρατήσαμε στον τόπο μας με φοβερές θυσίες, μεραρχίες ολόκληρες του Γερμανικού καταχτητικού στρατού, η Ρωσσία η οποία ήταν αποκλεισμένη για μας, ρίχνει ξαφνικά το σιδερένιο παραπέτασμα στα νερά του Μόσχοβα, και μας καλεί με ανοιχτή την αγκαλιά της»[8]. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο εκφωνητής του ραδιοφωνικού σταθμού, γνωρίζοντας το τολμηρό σε μερικά σημεία περιεχόμενο του κειμένου που θα ακολουθήσει, παρουσίασε με θερμότατα λόγια τον προσκεκλημένο του, τονίζοντας ότι «ο κύριος Μυριβήλης είναι ο διασημότερος συγγραφέας της σημερινής Ελλάδας, τα δε έργα του, που είναι αντιπολεμικά, μεταφράσθηκαν και μεταφράζονται σ’ όλες τις γλώσσες του κόσμου. Ελπίζουμε μάλιστα σύντομα να διαβάσει ο λαός της Σοβιετικής Ρωσσίας μεταφρασμένο στη γλώσσα μας και ένα από τα παγκοσμίως γνωστά μυθιστορήματά του»[9]. Θα πρέπει, στο σημείο αυτό, να σημειώσουμε ότι το έργο του Μυριβήλη δεν έμεινε άγνωστο στο ρωσόφωνο αναγνώστη, αφού διήγημά του, σε σύντομο χρονικό διάστημα συμπεριλήφθηκε σε ανθολογία ελληνικού διηγήματος (1959)[10], ενώ το 1961 κυκλοφόρησε στα ρωσικά «Η ζωή εν τάφω»[11], σε μετάφραση της Νίνας Ποντζέμσκαγια. Εκπρόσωπος της αντίπερα ιδεολογικής όχθης, ο Μυριβήλης, στο δεύτερο ταξίδι που έκανε στην ΕΣΣΔ, συνοδευόμενος από την σύζυγό του (23 Ιουλίου – 14 Αυγούστου 1963), εξέπληξε με την ευθύτητα και την ειλικρίνειά του τον διερμηνέα του, λέγοντάς του «εσύ δεν γνωρίζεις τίποτε, εκτός από αυτά που σας λένε οι Έλληνες κομμουνιστές. Διδάσκουν τους Έλληνες που ζουν εδώ να μισούν την πατρίδα τους…»[12]. Ωστόσο, η γνώμη των σοβιετικών αρχών για τον Έλληνα συγγραφέα, παρέμεινε σε γενικές γραμμές θετική: «Το 1957 ο Μυριβήλης συμμετείχε στο 6ο Διεθνές Φεστιβάλ Νεολαίας και Φοιτητών στη Μόσχα, ως επίτιμος προσκεκλημένος. Μετά την επιστροφή του στην πατρίδα του, ο Μυριβήλης εξέδωσε σειρά δημοσιευμάτων που, γενικώς, πληροφορούν καλοπροαίρετα σχετικά με τη σοβιετική πραγματικότητα, αλλά που περιέχουν και μία σειρά από οξύτατες κριτικές παρατηρήσεις»[13].

Επόμενο, στη σειρά αυτή των επισκέψεων, είναι το ταξίδι του Μ. Λουντέμη (4-23 Οκτωβρίου 1958) στη Μόσχα και την Τασκένδη. Σκοπός του συγγραφέα, όπως αναφέρεται σε σχετικό έγγραφο ήταν «να γράψει ένα βιβλίο για το νέο κόσμο, για τον καινούργιο άνθρωπο»[14]. Αντί τούτου, οι σοβιετικές αρχές, που τον αντιμετώπιζαν ως «ιδιαίτερα νευρικό, έως πεισματάρη»[15] ή σαν προσωπικότητα «που έπασχε από υπεροψία»[16], όπως καταγγέλλει ο πολιτικός πρόσφυγας συγγραφέας Πέτρος Ανταίος, τον έστειλαν να εκπροσωπήσει την Ελλάδα σε κομματική διάσκεψη στην Τασκένδη, πράγμα που, εκ των υστέρων, τον δυσαρέστησε ιδιαίτερα[17]. Παρ’ όλα αυτά, οι σοβιετικές αρχές τον ξανακάλεσαν σε λιγότερο από ένα χρόνο (16 Μαΐου – 5 Ιουνίου 1959) για να συμμετάσχει στο Γ΄ Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα. Στο δεύτερο ταξίδι του προκάλεσε θύελλα κακών εντυπώσεων στις σοβιετικές αρχές εξ αιτίας του ατίθασου και ανυπότακτου χαρακτήρα του. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στην αναφορά του διερμηνέα που τον συνόδευε: «Από τις πρώτες ώρες της διαμονής του στη χώρα μας, εξέπληξε τους πάντες με την αγενή και αλήτικη συμπεριφορά του, ιδιαίτερα όταν εγκατέλειψε την αίθουσα τη στιγμή που μιλούσε ο Ν.Σ. Χρουστσόφ και αναφερόταν στη βράβευσή του με το Βραβείο Λένιν…»[18].

Την ίδια περίοδο (15-18 Μαΐου 1959) βρέθηκε στη Μόσχα καλεσμένος, επίσης του Γ΄ Συνεδρίου Σοβιετικών Συγγραφέων, ο Άγγελος Τερζάκης, ο οποίος ακολούθησε το προβλεπόμενο πρόγραμμα κατά γράμμα, πράγμα που δημιούργησε θετικές εντυπώσεις στις σοβιετικές αρχές. Ο διερμηνέας του σχολιάζει ότι «με μεγάλο ενδιαφέρον παρακολούθησε το λόγο του Ν.Σ. Χρουστσόφ και αμέσως τηλεγράφησε στην Αθήνα στην εφημερίδα “Το Βήμα” και μετέδωσε συνοπτικά το περιεχόμενο της ομιλίας»[19]. Σε αντίθεση με τον Λουντέμη, δεν είχε επαφές με τους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες. Αντί τούτου, επισκέφθηκε πλήθος μνημείων, μουσείων, θεάτρων, εκθέσεων, συναυλιών τόσο στη Μόσχα, όσο και στο Λένινγκραντ και είχε σειρά συναντήσεων με σοβιετικούς λογοτέχνες, κατόπιν υποδείξεως της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων. Υπογραμμίζεται στην αναφορά ότι «ο Τερζάκης για την παραμονή του στην ΕΣΣΔ μιλάει με μεγάλο ενθουσιασμό. Τον συγκίνησε η προσοχή των σοβιετικών πολιτών με τους οποίους συναντήθηκε (…). Ο Τερζάκης παρατήρησε ότι η Σοβιετική Κυβέρνηση φροντίζει ιδιαίτερα τα παλαιά μνημεία, πράγμα για το οποίο επείσθη ιδιαίτερα στο Λένινγκραντ»[20].

Παρόμοιο υπήρξε και το πρόγραμμα της επίσκεψης στην ΕΣΣΔ της Διδώς Σωτηρίου (5-12 Ιουλίου 1963, Μόσχα-Λένινγκραντ)[21], η οποία ταξίδεψε για να συμμετάσχει στο Διεθνές Συνέδριο Γυναικών. Εσφαλμένα, στην ελληνική βιβλιογραφία αναφέρεται ότι «συνάδελφοί της την προσκάλεσαν να πάει στη Μόσχα, για να παραστεί πρώτα σε μια συνάντηση συγγραφέων που θα γινόταν εκεί το Μάιο του 1963 και κατόπιν να την ξεναγήσουν σε διάφορες πόλεις»[22].

Ο Ανδρέας Φραγκιάς επισκέφθηκε την Σοβιετική Ένωση από 6 έως 20 Νοεμβρίου 1964 και είχε τη δυνατότητα, εκτός της Μόσχας, να ταξιδέψει στην Τασκένδη και την Φεργκανά. Στην ΕΣΣΔ ο Έλληνας πεζογράφος έφθασε μετά από παραμονή ενός μηνός στην Ουγγαρία, στο πλαίσιο περιοδείας του σε σοσιαλιστικές χώρες, για να γνωριστεί από κοντά με τη ζωή των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων, με σκοπό να συγκεντρώσει υλικό για ένα βιβλίο που σχεδίαζε να γράψει[23]. Ο Φραγκιάς επισκέφθηκε στη Μόσχα διανοούμενους πολιτικούς πρόσφυγες, όπως οι Αλεξανδρόπουλος, Πουλιανός, Ανταίος, Κατσούρας, Ζορμπαλάς, Σπάθης κ.α.[24]

Από 4 έως 10 Ιουλίου 1970 επισκέφθηκε το Λένινγκραντ ο Β. Βασιλικός με τη σύζυγό του Δήμητρα. Από το σχετικό έγγραφο, προκύπτει ότι ο Βασιλικός και η σύζυγός του είχαν επισκεφθεί τη Μόσχα και το Λένινγκραντ και ένα χρόνο νωρίτερα, το καλοκαίρι του 1969, με την ευκαιρία του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μόσχας. Ο διερμηνέας του σχολιάζει ότι «ο Βασιλικός δεν έδειξε ενδιαφέρον να συναντηθεί με κανέναν από τους συναδέλφους του στο Λένινγκραντ και απέρριψε κάθε πρότασή μου να επισκεφθεί κάποιο από τα περιοδικά ή τους εκδοτικούς οίκους του Λένινγκραντ. Ούτε μία φορά δεν άνοιξε συζήτηση για τη λογοτεχνία και δεν ενδιαφερόταν για την λογοτεχνική και πολιτιστική ζωή της χώρας μας»[25]. Ο Βασιλικός αναχώρησε από το Λένινγκραντ με προορισμό Ελσίνκι, Στοκχόλμη, Κοπεγχάγη, Παρίσι[26].

Ιδιαίτερη περίπτωση υπήρξε το γνωστό πλέον στην ελληνική βιβλιογραφία ταξίδι των τριών (Εμπειρίκος-Ελύτης-Θεοτοκάς) «αστών» λογοτεχνών στη Σοβιετική Ένωση. Η πρόσκληση αυτή δεν απευθυνόταν σε «προοδευτικούς» συγγραφείς, ούτε σε ξένους, προσκεκλημένους για συμμετοχή σε κάποια από τις διεθνείς διοργανώσεις (συνέδρια, φεστιβάλ κ.λ.π.) της ΕΣΣΔ. Αποτελούσε μόνο μία προσπάθεια γνωριμίας διανοουμένων του δυτικού κόσμου με τη σοβιετική πραγματικότητα και τα επιτεύγματά της. Η πρωτοβουλία αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με το «άνοιγμα» που προσπάθησε, παρά τον Ψυχρό Πόλεμο, να πραγματοποιήσει ο Ν. Χρουστσόφ. Στο πλαίσιο αυτό, επιχειρήθηκε η μετάφραση και έκδοση, για πρώτη ουσιαστικά φορά, στη Σοβιετική Ρωσία, μη στρατευμένης λογοτεχνίας, που χωρίς να αποκλείει και τις ιδεολογικές «παραγγελίες», δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτές. Αυτό δεν ικανοποιούσε απολύτως μια σειρά υψηλά ισταμένων κομματικών στελεχών του ΚΚΕ, που ζούσαν τότε στην ΕΣΣΔ. Σε ανέκδοτο έγγραφο του Αρχείου της ΚΕ του ΚΚΣΕ από 25 Οκτωβρίου 1961 (№ 1396), με την ένδειξη «Απόρρητο», περιγράφεται η συνάντηση του ΓΓ του ΚΚΕ Κώστα Κολιγιάννη και του Γραμματέα της ΚΕ Πάνου Δημητρίου (για λόγους ασφαλείας τους ονομάζει «οι φίλοι») με εκπροσώπους της ΚΕ του ΚΚΣΕ για θέματα πολιτιστικής συνεργασίας της ΕΣΣΔ με την Ελλάδα (το υπογράφει ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΣΕ Σ. Ρομανόφσκι) αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Στην συνέχεια οι φίλοι στάθηκαν λεπτομερώς στο θέμα της έκδοσης στην Σοβιετική Ένωση μεταφρασμένης ελληνικής λογοτεχνίας. Δεν καταλαβαίνουν, γιατί δεν υπάρχει αυστηρή επιλογή των βιβλίων που εκδίδονται και για τον λόγο αυτό, συχνά, κυκλοφορούν κάθε άλλο παρά τα καλύτερα έργα. Ειδικότερα, τους είναι απολύτως ακατανόητο, γιατί οι σοβιετικοί λογοτεχνικοί κύκλοι χρειάστηκε να εκδώσουν στην ΕΣΣΔ και υπερασπίσουν έναν συγγραφέα όπως ο Πάρνης, που δεν εκπροσωπεί την προοδευτική ελληνική λογοτεχνία και επιπλέον είναι διαγραμμένος από το Κομμουνιστικό Κόμμα, επειδή παρακώλυε την εργασία των φίλων. Συγχρόνως, η συλλογή με τα ποιήματα του γνωστού Έλληνα ποιητή Σολωμού, που είχε σχεδιασθεί να κυκλοφορήσει ήδη από το 1958, μέχρι τώρα για άγνωστους λόγους δεν βγήκε. Οι φίλοι εζήτησαν, στο εξής, σε περίπτωση σχεδιασμού εκδόσεων έργων Ελλήνων συγγραφέων, κατά το δυνατόν, να τους συμβουλευόμαστε. Οι φίλοι θεωρούν ότι αξίζει να εκδοθούν στη Σοβιετική Ένωση έργα Ελλήνων συγγραφέων, όπως “Η φωτιά” του Χατζή, “Το Χαϊδάρι” του Κορνάρου, συλλογή κριτικών άρθρων κατά της αστικής ιδεολογίας του Αυγέρη, συλλογή διηγημάτων του Βάρναλη, “Η γαλαρία № 7” του Κοτζιά, ανθολογία ελληνικής λογοτεχνίας, μπροσούρα με τίτλο “Για την αμνηστεία στην Ελλάδα”, που έχει κυκλοφορήσει στα γαλλικά. Οι φίλοι ανέφεραν ότι, εκτός αυτών, υπάρχει και πλούσια λογοτεχνία, σχετικά με το Κίνημα της Αντίστασης, διάσπαρτη σε διάφορα περιοδικά, που θα άξιζε να εκδοθεί στην ΕΣΣΔ. Σε περίπτωση ενδιαφέροντος γι’ αυτή την λογοτεχνία, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη δημιουργία μιας παρόμοιας συλλογής»[27].

Τα αποτελέσματα της συνάντησης αυτής υπήρξαν θετικά για την ελληνική κομματική ηγεσία. Το 1963 εκδίδεται «Το τέλος της μικρής μας πόλης» του Δ. Χατζή, το 1964 η συλλογή του Δ. Σολωμού, τον ίδιο χρόνο η συλλογή «Αντίλαλοι απ’ τα κάτεργα», το 1970 κυκλοφορεί «Η γαλαρία № 7» του Κ. Κοτζιά (έχουν προηγηθεί το 1968 και 1969 άλλα έργα του). Φαίνεται, λοιπόν, ότι η επιθυμία του Κολιγιάννη βρήκε ανταπόκριση από την ηγεσία του ΚΚΣΕ. Παράλληλα, συνέχισαν, για μεγάλο διάστημα, να εκδίδονται και άλλοι σημαντικοί Έλληνες λογοτέχνες, όπως ο Ροΐδης (1966), ο Παλαμάς (1970), ο Τερζάκης (1968), ο Λειβαδίτης (1968), ο Φραγκιάς (1965) και μια σειρά από αλλεπάλληλες εκδόσεις έργων του Ρίτσου (1959, 1968, 1973, 1979, 1980, 1985) και του Βάρναλη (1959, 1961, 1983, 1985)[28].

Επιστρέφοντας στο ταξίδι Εμπειρίκου-Ελύτη-Θεοτοκά, θα πρέπει να παρατηρήσουμε την πλήρη έλλειψη αρχειακού υλικού στο Ρωσικό Κρατικό Λογοτεχνικό Αρχείο. Κύριος λόγος της έλλειψης αυτής, είναι ότι οι τρεις Έλληνες λογοτέχνες επισκέφθηκαν την ΕΣΣΔ όχι ως προσκεκλημένοι της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων, τα αρχεία της οποίας φυλάσσονται στο RGALI, αλλά του Σοβιετικού Οίκου Φιλίας, στα αρχεία του οποίου υπάρχει ελάχιστο υλικό (ή τουλάχιστον αυτή είναι η επίσημη πληροφορία που μας δόθηκε) και αυτό αφορά μόνο σε διαδικαστικά θέματα της προετοιμασίας, κυρίως, του ταξιδιού, όπως ο καθορισμός της διαδρομής (τους προτάθηκε επίσκεψη στο Κίεβο, όπου θα τους υποδεχόταν ο εκεί γνωστός ελληνιστής Αντρέι Μπελέτσκι, και που, κατόπιν παρεμβάσεως του Α. Εμπειρίκου, ματαιώθηκε), η αγορά των εισιτηρίων κ.α. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι πρόκειται για το μόνο ταξίδι Ελλήνων λογοτεχνών στην ΕΣΣΔ που δεν συνοδεύτηκε από γραπτή αναφορά του διερμηνέα. Εντυπωσιακότερο έγγραφο, σχετιζόμενο με την επίσκεψη αυτή, με εξαίρεση βέβαια τις ημερολογιακές σημειώσεις του Α. Εμπειρίκου[29], είναι χειρόγραφη επιστολή του Ο. Ελύτη προς την συνοδό και διερμηνέα της ομάδας Νίνα Ποντζέμσκαγια, η οποία φυλάσσεται στο προσωπικό της αρχείο: «Το ταξείδι μας υπήρξε πολύ ωραίο, παρά την αρχική καθυστέρηση, μόνο που αναγκασθήκαμε να μείνουμε ένα βράδυ στη Βιέννη, επειδή χάσαμε το αεροπλάνο που έφυγε από κει για την Αθήνα. Το πήραμε την επομένη, μέσα σε μια κακοκαιρία και μιαν ομίχλη που κάλυπταν ολόκληρη τη Γιουγκοσλαυΐα και τη Βόρειο Ελλάδα», γράφει ο Ελύτης. Οι πληροφορίες που μας παρέχει η επιστολή αυτή είναι πολλαπλές. Σχετικά με την παράταση της παραμονής του Α. Εμπειρίκου στη Μόσχα (αρνήθηκε να επιστρέψει αεροπορικώς και περίμενε να του εξασφαλίσουν σιδηροδρομικά εισιτήρια) δεν διαθέτουμε άλλες πληροφορίες, αφού οι ημερολογιακές σημειώσεις του από το ταξίδι αυτό διακόπτονται νωρίτερα. Για την επιστροφή του Εμπειρίκου, γράφει ο Ελύτης: «Τι περιπέτεια και η δική του! Δεν άκουσε τις συμβουλές μου και την έπαθε! Είσαστε μάρτυς, πόσο επέμεινα να έρθει μαζί μας με το αεροπλάνο. Και τι τράβηξα με τη γυναίκα του, που με το δίκηο της η καϋμένη, ανησυχούσε τρομερά και νόμιζε ότι κάτι πολύ σοβαρό συνέβη, που το κρύβουμε! Επί τέλους προχθές το βράδυ, πήγα μαζί της στον Σιδηροδρομικό Σταθμό και τον υποδεχθήκαμε. Ήτανε πολύ κουρασμένος και δεν μπορούσε να μην είναι ύστερα από 6.000 χιλιόμετρα τραίνου». Ο Θεοτοκάς ήταν ο μόνος που δημοσίευσε κείμενα από τις εντυπώσεις του στην ΕΣΣΔ[30]. Ο Εμπειρίκος, ο οποίος έγραψε ένα ποίημα[31] και σειρά ημερολογιακών σημειώσεων[32], φαίνεται, πως δεν σκόπευε να τα δημοσιεύσει, ενώ ο Ελύτης, όπως προκύπτει από την επιστολή του από 15 Ιανουαρίου 1963 στη διερμηνέα, δεν δείχνει να έσπευδε να γράψει[33].

Εντύπωση προκαλεί έγγραφο του έτους 1963, που αφορά στην επίσκεψη στη Μόσχα του ελάσσονος Έλληνα ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Ευάγγελου Καμπέρου, που ξάφνιασε τόσο τον διερμηνέα, όσο και τους συνομιλητές του με την έμμονη απαίτησή του να εκδοθούν στα ρωσικά τα έργα του: «Ο Καμπέρος έφερε μαζί του στη Μόσχα μία πρόχειρη μετάφραση του θεατρικού του έργου, που του είχαν κάνει στην Αθήνα. Βασικός σκοπός του ταξιδιού του στη Σοβιετική Ένωση ήταν να παραδώσει αυτό το έργο σε θέατρα της Μόσχας, όπου, κατά τη γνώμη του, θα έπρεπε να γίνει ακαριαία δεκτό και να ανέβει στη σκηνή. Στη Μόσχα, ο Καμπέρος, δεν αρκέστηκε να αφήσει το κείμενό του στην Επιτροπή Διεθνών Σχέσεων της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων, αλλά απαιτούσε να το παραδώσει ιδιοχείρως στους διευθυντές θεάτρων που επέλεξε ο ίδιος (Θέατρο Μάλι, Θέατρο Μαγιακόφσκι, Θέατρο Στανισλάφσκι). Τα ποιήματά του σε πρόχειρη μετάφραση, ο Καμπέρος, τα έδωσε στη Λιτερατούρναγια Γκαζέτα, όπου είχε συζήτηση με τους συντρόφους Μπέλσκαγια και Ζλόμπιν και τους παρακάλεσε να δημοσιεύσουν στην εφημερίδα οτιδήποτε από το ποιητικό του έργο. Τα βιβλία του τα εδώρισε στην Βιβλιοθήκη Λένιν, όπου έγινε δεκτός από την Υποδιευθύντρια, σύντροφο Αμπρικόσοβα»[34].
Αξίζει, τέλος, να παρατηρήσουμε ότι σχεδόν όλες οι επισκέψεις Ελλήνων λογοτεχνών στην ΕΣΣΔ συνοδεύτηκαν από την έκδοση έργων τους στα ρωσικά σε λογικό για την μετάφραση και την προετοιμασία χρονικό διάσημα[35]. Μόνη εξαίρεση υπήρξαν οι Εμπειρίκος-Ελύτης-Θεοτοκάς που, εκτός από ελάχιστα μεμονωμένα έργα τους σε ανθολογίες, δεν παρουσιάστηκαν στο ρωσόφωνο αναγνώστη μέχρι το τέλος της σοβιετικής περιόδου[36].

 

 

[1] Παρόμοιο υλικό φυλάσσεται και στα αρχεία της ΚΕ του ΚΚΣΕ (Centr khronenija sovremennoj dokumentacii). Βλ. Δ.Α. Γιαλαμάς. Η ιστορία των νεοελληνικών σπουδών στη Ρωσία. Το εν λόγω κείμενο έχει παραδοθεί και θα περιληφθεί σε τόμο που ετοιμάζει το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, με τίτλο «Οι Ελληνικές Σπουδές στην Ευρώπη. Ιστορική Ανασκόπηση» (υπό έκδοση).

[2] Το υλικό αυτό δεν αφορά τα τρία ταξίδια του Καζαντζάκη κατά τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, ούτε το ταξίδι των Κ. Βάρναλη και Δ. Γληνού (Αύγουστος 1934) για συμμετοχή στο Α΄ Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων. Επίσης, δεν αφορά σειρά ταξιδιών των Ρίτσου, Βάρναλη, Βρεττάκου, Λειβαδίτη κ.α., που επισκέπτονταν την ΕΣΣΔ ως προσκεκλημένοι του ΚΚΣΕ και το αντίστοιχο υλικό φυλάσσεται σε άλλα, μη προσβάσιμα, προς το παρόν, αρχεία.

[3] Kul'tura i vlast' ot Stalina do Gorbacheva. Ideologicheskie komissii CK KPSS 1958-1964. Moskva, 1998. № 3. P. 45-47.

[4] RGALI, 631, 26, 1572. F. 3.

[5] RGALI, 631, 26, 1528. F. 5.

[6] Για την Εταιρεία αυτή σε έγγραφο του Αρχείου αναφέρεται: «Η Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών είναι μία περιορισμένη οργάνωση, που συγκεντρώνει τους αστούς συγγραφείς, άτομα δεξιών πεποιθήσεων. Χρηματοδοτείται από την Κυβέρνηση. Πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας είναι ο μεγάλος Έλληνας πεζογράφος Στράτης Μυριβήλης, που είναι ιδιαίτερα γνωστός και στο εξωτερικό και έχει προταθεί ως υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ. Το μυθιστόρημά του “Η ζωή εν τάφω” έχει εκδοθεί σε μετάφραση στα ρωσικά. Ο Μυριβήλης έχει επισκεφθεί δύο φορές την ΕΣΣΔ: στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Νεολαίας και το 1963, με πρόσκληση της Ένωσης Συγγραφέων» (RGALI, 631, 26, 1572. F. 1). Σε άλλο έγγραφο, συναντάμε άλλη άποψη: «Η Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών μάχεται για τις δημοκρατικές ελευθερίες στην Ελλάδα και για τα επαγγελματικά δικαιώματα των Ελλήνων λογοτεχνών» (RGALI, 631, 26, 1551).

[7] RGALI, 631, 26, 1578.

[8] Ibid. F. 3, 4.

[9] Ibid. F. 1.

[10] D.A. Yalamas. Novogrecheskaja khudozhestvennaja literature v russkom perevode. Bibliografija 1935-2006 gg. // Μοσχοβία. Προβλήματα Βυζαντινής κα Νεοελληνικής Φιλολογίας. Τόμος 2-3. Μόσχα, «Jazyki slavjanskikh kul’tur», 2006 (στο τυπογραφείο).

[11] Ibid.

[12] RGALI, 631, 26, 1563. F. 4.

[13] RGALI, 631, 26, 1551.

[14] RGALI, 631, 26, 1534. F. 4.

[15] Ibid. F. 3.

[16] Ibid. F. 4.

[17] «Εάν γνώριζε ότι η επίσκεψή του στη Σοβιετική Ένωση θα περιοριστεί, ουσιαστικά, στην παρουσία του στη Διάσκεψη της Τασκένδης, θα είχε αρνηθεί το ταξίδι της Τασκένδης», σχολιάζει στη σχετική αναφορά ο διερμηνέας του (RGALI, 631, 26, 1534. F. 3.)

[18] RGALI, 631, 26, 1537. F. 2.

[19] RGALI, 631, 26, 1536. F. 4.

[20] Ibid. F. 3.

[21] RGALI, 631, 26, 1562.

[22] Σ. Τσακίρη. Διδώ Σωτηρίου. Από τον κήπο της Εδέμ, στο καμίνι του αιώνα μας. Αθήνα, «Κέδρος», 1996. Σελ. 231.

[23] RGALI, 631, 26, 1567. F. 1.

[24] Ibid. F. 3.

[25] RGALI, 631, 27, 831. F. 2.

[26] Ibid. F. 3.

[27] CHSD. F. 5. R. 9293. Op. 50. D. 363. Ff.143-145. Okz № 1448, 2.06.1997.

[28] Βλ. Δ.Α. Γιαλαμάς. Η ιστορία των νεοελληνικών σπουδών στη Ρωσία (υπό έκδοση). Επίσης, D.A. Yalamas. Novogrecheskaja khudozhestvennaja literature v russkom perevode. Bibliografija (υπό έκδοση).

[29] Γ. Γιατρομανωλάκης. Τρεις Έλληνες συγγραφείς στη Σοβιετική Ένωση. «Αντί», τεύχος 597 (02.02.1996). Σελ. 57-61, όπου γίνεται, μεταξύ άλλων, και εκτενής αναφορά σε δημοσιεύσεις της εφημερίδας «Η Αυγή», σχετικά με το ταξίδι των τριών στην ΕΣΣΔ. Σελ. 57-58, 59.

[30] Γ. Θεοτοκάς. Ταξίδια (Περσία – Ρουμανία - Σοβιετική Ένωση - Βουλγαρία). Αθήνα, «Εστία», 1971. Σελ. 67-100 («Εντυπώσεις από τη Σοβιετική Ένωση»). Βλ. επίσης και Γ. Γιατρομανωλάκης. Τρεις Έλληνες συγγραφείς στη Σοβιετική Ένωση. Σελ. 58-59.

[31] Α. Εμπειρίκος. ΕΣ-ΕΣ-ΕΣ-ΕΡ Ρωσσία. Επιμέλεια, Γ. Γιατρομανωλάκης. Αθήνα, «Άγρα», 1995.

[32] «Η σημερινή Ρωσσία δεν μου αρέσει. Μου φαίνεται ότι βρίσκεται σε ένα πολύ κακόν δρόμο παρά τας καταπληκτικάς προόδους της εις τας επιστήμας και την τεχνική. Έχει κάτι πολύ artificial, κάτι το ρομποτοειδές, το ομοιόμορφο, το φοβερά ανιαρό και καταθλιπτικό, κάτι που χαλάει ολοένα περισσότερο την βασικώς τόσο καλή της φύση –την εκ Θεού, θα έλεγα, καλή της φύσι». Α. Εμπειρίκος. Ταξίδι στη Ρωσσία. Ημερολόγιο και φωτογραφίες. Δεκέμβριος 1962. Αθήνα, «Άγρα», 2001. Σελ. 39.

[33] «Μπορείτε να φαντασθείτε με πόση περιέργεια οι φίλοι και οι γνωστοί με περιτριγυρίσανε αμέσως για να πληροφορηθούνε πώς είναι η ζωή στη Σοβιετική Ένωση. Κουράστηκα να μιλώ και να δίνω πληροφορίες για το τι είδα και τι άκουσα! Τα μεταδίδω ακριβώς όπως περιπέσανε στην αντίληψή μου – καλά ή κακά – (…) Δεν σκέφθηκα ακόμη αν θα γράψω, ούτε πήγα στην εφημερίδα (ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ) να συνενοηθώ, με το πρόσχημα ότι περιμένω τον Ανδρέα Εμπειρίκο, και τις φωτογραφίες του, που υποτίθεται ότι θα συνοδεύσουν τα άρθρα μου». Σε υστερόγραφο της επιστολής του, ωστόσο, αναφέρει «Τον κατάλογο με τα ονόματα των ποιητών τον έχασα! Ελπίζω όμως ακόμη μήπως βρεθεί μεσ’ στα χαρτιά μου γιατί μου είναι απαραίτητος στα άρθρα που θα γράψω».

[34] RGALI, 631, 26, 1561. F. 1-2.

[35] Ο Μυριβήλης επισκέφθηκε για πρώτη φορά την ΕΣΣΔ το 1957 και «Η ζωή εν τάφω» κυκλοφόρησε το 1961. Ο Λουντέμης ήρθε το 1958 και 1959 και τέσσερα βιβλία του εκδόθηκαν τα έτη 1958, 1959, 1960 και 1961. Ο Τερζάκης προσκλήθηκε το 1959 και το βιβλίο του εκδόθηκε το 1968. Ο Κατηφόρης ήρθε το 1962 και το βιβλίο του κυκλοφόρησε το 1966. Η Σωτηρίου ήρθε στην ΕΣΣΔ το 1963 και τρία βιβλία της εκδόθηκαν τα έτη 1963, 1964 και 1965. Ο Φραγκιάς ήρθε το 1964 και κυκλοφόρησε το 1965. Ο Βασιλικός επισκέφθηκε τη χώρα το 1969 και το «Ζ» κυκλοφόρησε το 1970.

[36] Έργα του Ελύτη και του Θεοτοκά δεν έχουν εκδοθεί σε ξεχωριστό τόμο μέχρι σήμερα. Μοναδική εξαίρεση από τους τρεις είναι ο Α. Εμπειρίκος, επιλογή από το έργο του οποίου εκδόθηκε στη Μόσχα το 2002: A. Embirikos. Izbrannoe. Επιμέλεια, πρόλογος, σχόλια: Ε. Σαρτόρι. Μετάφραση: Ε. Σαρτόρι, Λ. Γιάκουσεβα. Μόσχα, «O.G.I.», 2002.