Titelbild der EENS

Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών

Γ΄ συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών

Ι. Τρεσορούκοβα

 

 

«Ντόπιος από τον καιρό του Αισώπου» – χαρακτηριστικά στοιχεία της γλώσσας του Αριστοφάνη στις κωμωδίες του Καραγκιόζη.

 

Όπως είναι γνωστό, από τον καιρό του Αριστοφάνη η γλώσσα της κωμωδίας χαρακτηριζόταν από συγκεκριμένο ύφος. Μέχρι σήμερα σώζονται στο θεατρικό αυτό είδος στοιχεία, που συναντάμε από τον Αριστοφάνη μέχρι τα αστεία του Καραγκιόζη. Όπως τα εντόπισε ο Δημήτριος στο έργο του «Περί ερμηνείας» προσδιορίζονται δύο ομάδες τρόπων δημιουργίας του κωμικού στην τέχνη του ρήτορα: εν τη λέξει, όπως αναφορά, μεταφορά, αλληγορία και para; prosdokivan και εν τοις πράγμασι όπως παροιμίες, ιστορίες με επιμύθιο, υπερβολές κ.α.

Στις κωμωδίες του Αριστοφάνη καθώς και στο θέατρο σκιών υπάρχουν όλα αυτά τα στοιχεία και του πρώτου και του δεύτερου είδους: λ.χ. υπερβολική, γεμάτη αλληγορίες περιγραφή του Παφλαγόνα στην κωμωδία του Αριστοφάνη (Equ., 74-79)

Δημοσθνης

λλ οχ οἷόν τε τν Παφλαγν οδν λαθεν·

φορ γρ οτος πντ. χει γρ τ σκλος                    75

τ μν ν Πλ, τ δ τερον ν τκκλησίᾳ.

τοσνδε δ ατο βμα διαβεβηκτος

πρωκτς στιν ατχρημ ν Χοσιν,

τ χερ ν Ατωλος, νος δ ν Κλωπιδν.

Τα αντίστοιχα αστεία πολλές συναντάμε και στον θέατρο του Καραγκιόζη. Επίσης μεγάλο ρόλο παίζουν και τα λογοπαίγνια τα οποία πολλές φορές θαυμάζουμε και σήμερα παρακολουθώντας τις παραστάσεις του θεάτρου σκιών: ο στωμυλιοσυλλεκτάδης του Αριστοφάνη (Ran., 842) μας θυμίζει τους χαστουκοκλοτσοπατινάδες, ο ρακιοσυρραπτάδης (Ran., 842) και ο κομποφακελορρήμονας (Ran., 841)  - τον ερωτοβρωντοχτυπημένο. Επίσης συναντάμε στον Καραγκιόζη την στενόφαρδη οικογένεια,  τον κλειδούχο της ιματιοκλοτσοφαλιαροθήκης κ.α[1]. Εάν αναλύσουμε την ιστορία του ελληνικού θεάτρου, θα βρούμε τις αντίστοιχες λέξεις στο Ρίζο Νερουλό και στη «Βαβυλωνία» του Βυζάντιου: όπως σημειώνει ο Β. Πούχνερ στο έργο του «Η γλωσσική σάτιρα στην ελληνική κωμωδία του 19ου αιώνα»[2] είναι νεολογισμοί, αποτελούμενοι από τις αρχαιοελληνικές ρίζες – π.χ. ελαδιοξιδιοαλατολαχανοκαρύκευμα και εδωδιμολεσχοποικιλοβρωματοπωλείω/, είτε εσθιοπινονταδοντορχουμενοευφραινομένων. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Σωτήριος στη σάτιρα του Νερουλού, «τούτο τζεγκέλια τέλει να τραβούνε δέκα ανθρώποι»[3]. Αυτό το φαινόμενο κατά τη γνώμη μας αναμφισβήτητα επεβίωσε στην ελληνική γλώσσα και έφτασε μέχρι το σύγχρονο θέατρο σκιών ως κληρονομιά της Αρχαίας Ελλάδας περνώντας από διάφορα στάδια.

 Έπειτα στον Αριστοφάνη συναντάμε λογοπαίγνια, όπως Κλοπίδοι αντί για Κροπίδοι (απόγονοι του Κέκρωπα), όπου υπάρχει ομοηχία με το ρήμα «κλέπτω», Δωριστί – δωροδοκητί,   Αθηναίων   Κεχηναίων, όποτε τα κύρια ονόματα γίνονται από τη μία πλευρά νεολογισμοί και από την άλλη παρατσούκλια. Π.χ. στον Αριστοφάνη, στους «Αχαρνείς», ο χορός περιγράφοντας τους Σπαρτιάτες λέει «βλέπειν Βαλληνάδε»: τέτοιος τόπος δεν υπάρχει στον χάρτη της Ελλάδας, αλλά ομοηχεί με τις λέξεις βαλλία και βαλλίζειν (δηλαδή τω φαλλώ/') και οι Τριβαλλοί ακούγονται για τον αρχαίο θεατή ως τρι-φαλλοί.

Παρουσιάζει ενδιαφέρον μια σκηνή όπου ο Αριστοφάνης χρησιμοποιεί λογοπαίγνιο με το όνομα Προκρούστης και το ρήμα προ-κρούειν:

Γρας Α                         κα δ σοι λγω.

1015    δοξε τας γυναιξν, ν νρ νος

νας πιθυμι, μ σποδεν ατν πρν ν

τν γραν προκροσηι πρτον· ν δ μ θληι

πρτερον προκροειν λλ πιθυμι τς νας,

τας πρεσβυτραις γυναιξν στω τν νον

1020    λκειν νατε λαβομνας το παττλου.

Νεανας                 ομοι Προκροστης τμερον γενσομαι (Eccl., 1014 - 1021).

Δηλαδή ο νεαρός πρώτα πρέπει να συνουσιασθεί με  την ηλικιωμένη (τν γραν προκροσηι πρτον) και μόνο μετά την νεαρή γυναίκα. Και γι’αυτό το γαμήλιο κρεβάτι εδώ γίνεται πάγκος του Προκρούστη.

  Στον Καραγκιόζη συναντάμε τα γνωστά: φαρμακοποιός – φακοποιός, ρομάντζα – βρομάντζα, Ευρώπη - Ωγρώπη,  Ακαδημία – Ακαματία, αστυνόμος – αστρονόμος, χωροφύλακες – σωροφύλακες, δράματα  – δάρματα, ορεβουάρ  – αλευρουάρ, ασπίδα – πετάει σπίθες, Ρώσοι – γρόσι, Αμερικανοί  – δωσ’μου ένα κομμάτι πανί, νοσοκομείο – ενεσοκομείο, πεπρωμένο – πετρωμένο κ.α.

Τα αστεία των ηρώων του Αριστοφάνη μοιάζουν πολύ με εκείνα του Καραγκιόζη: όπως είναι γνωστό στις κωμωδίες του υπάρχει παρωδία της βουλής, των δικαστηρίων, των σχολείων, της μόδας κτλ.[4] καθώς στον Καραγκιόζη είναι ενδεικτικός ο διάλογος του Κολλητήρη με την Φατμέ («Ο γάμος τους Μπαρμπαγιώργου»), όπου διακωμωδούνται διάφορες συνήθειες της αρχής του 20ού αιώνα.

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ Έλα, ούσο μου, α πηγαίνουμε, θα πηγαίνουμε στο κινηματογράφο κάθε μέρα. Εκεί στα σκοτεινά θα λέπομε όλα, αβάπη μου….

ΦΑΤΜΕ – Και τι έργα βλέπεις;

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ Εκεί δε βλέπει στο πανί, βλέπει γύρω σου στο σκοτάδι τα δάρματα που γίνονται. Χέρια και  πόδια και μούτρα, όλα κινιούνται στο σκοτάδι[5].

Άλλα ενδεικτικά παραδείγματα στα έργα του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου σκιών: παρωδία της εκπαίδευσης («μα τι φαρμακοποιός είσαι αμ’ δεν ξέρεις τρεις τέσσερις ξένες γλώσσες με τα γράμματά τους;»[6] είτε «Έχω δίπλωμα του πανεπιστήμιου Μενιδίας, πανεπιστημίου Λιοσίας, Χαλανδρίας, Κουκουβαουνίας και Αμαρουσίας, των καλύτερων μερών της Ευρώπης»[7], διακωμωδία των κλεφτών στις τράπεζες και τους δημόσιους οργανισμούς «Και τα λεφτά ιδέα είναι. Όλοι κάνουν κάτι για την ιδέα, μα πρώτ’ απ’ όλα βάζουν χέρι στα ταμεία»[8], παρωδία του συστήματος των εκλογών (ο Καραγκιόζης λέει στον γιο του Κολλητήρη «Τι ξεροκαταπίνεις, τι κορδώνεσαι έτσι και στρίβεις τον κατάλογο γύρω-γύρω σα να είσαι υποψήφιος και θέλεις να βγάλεις λόγο για να αναπτύξεις το πρόγραμμά σου και λογαριάζεις πόσα ψέματα θα πεις;»), παρωδία του δικαστικού συστήματος («μην πέσουν στα ξένα λιβάδια και πλερώνουνε συλλεφτεριάτικα, γιατί τόμου σε πάνε μέσα στους δικαστηριώτες, δεν ακούς τίποτε άλλο «πού γεννηθής, Γώγο μου, πού κατοικείς παιδί;» Χράπα χρούπα οι πένες και τα μελάνια, οχδόντα χρόνια ο Γιώργαρος στη φυλακή»)[9].

Η επινόηση νεολογισμών που ήταν χαρακτηριστική για τον Αριστοφάνη, είναι χαρακτηριστική και για τον Καραγκιόζη: π.χ. ένα απόσπασμα από το έργο του Βασίλη Ρώτα «Καραγκιόζης ξενοδόχος» -  «Τουρισμός, βρε αγράμματε, γίνεται από κάτουρο. Κάτουρο επειδή είναι χυδαίο παίρνει ευρωπαϊκή κατάληξη ισμ! Δεν το ‘χες ξακουστά; αμελέτητε! Ισμ! Ιντεαλίσμ, φουτουρίσμ, πατζατζίζμ, όλα αυτά είναι χυδαία και με το ισμ εξευγενίζονται και γίνονται ευρωπαϊκά. Έτσι και με το κάτουρο, γίνεται κατουρίσμ, κατουρισμός. Το κα φεύγει χάριν ευφωνίας, γιατί τα κακά είναι και αυτό χυδαίο, και τι μένει; Τουρισμός, ευγενικότατο και αριστοκρατικότατο»[10].

         Ας θυμηθούμε τις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη όπου συζητούν ο Σωκράτης και ο Στρεψιάδης για την ετυμολογία και τα γένη διάφορων λέξεων:

Σω.  λλ᾿ τερα δε σε πρτερα τοτου μανθνειν,

τν τετραπδων ττ᾿ στιν ρθς ρρενα.

Στ.  λλ᾿ οδ᾿ γωγε τρρεν᾿, ε μ μανομαι·

κρις, τργος, ταρος, κων, λεκτρυν.

Σω.  ρς πσχεις ; Τν τε θλειαν καλες

λεκτρυνα κατ τατ κα τν ρρενα.

Στ.  Πς δ, φρε ;

Σω.  Πς ; λεκτρυν κλεκτρυν.

Στ.  Ν τν Ποσειδ. Νν δ πς με χρ καλεν ;

Σω.  λεκτραιναν, τν δ᾿ τερον λκτορα.

Στ.  λεκτραιναν ; Ε γε ν τν Ἀέρα· 

στ᾿ ντ τοτου το διδγματος μνου

διαλφιτσω σου κκλ τν κρδοπον.

Σω.  δο μλ᾿ αθις, τοθ᾿ τερον. Τν κρδοπον

ρρενα καλες θλειαν οσαν.

Στ.  Τ τρπ ;

ρρενα καλ ᾿γ κρδοπον ;

Σω.  Μλιστ γε,

σπερ γε κα Κλενυμον.

Στ.  Πς δ ; Φρσον.

Σω.  Τατν δνατα σοι κρδοπος Κλεωνμ.

Στ.  λλ᾿ ᾿γθ᾿, οδ᾿ ν κρδοπος Κλεωνμ,

λλ᾿ ν θυείᾳ στρογγλ γ᾿ νεμττετο.

τρ τ λοιπν πς με χρ καλεν ;

Σω.  πως ;

Τν καρδπην, σπερ καλες τν Σωστρτην.

Στ.  Τν καρδπην θλειαν ;

Σω.  ρθς γρ λγεις.  (Nubes, 667 - 675).

 (Nubes, 667 - 675).

Στην αρχαία κωμωδία συνήθως είναι χαρακτηριστική η χρήση διαφόρων διαλέκτων και ιδιωμάτων: έτσι ξεχωρίζουν 1) η διάλεκτος της μέσης πόλεως, 2) η (διάλεκτος) ajστεία uJποθηλυτέρα, 3) η (διάλεκτος) ajνελεύθερος uJπαγροικότερα. Πρώτη «διάλεκτος» είναι η κανονική γλώσσα της πόλεως, η δεύτερη, η γλώσσα των μορφωμένων ανθρώπων και τρίτη κάπως επαρχιακή. Επίσης στον Αριστοφάνη οι ξένοι πάντα μιλάνε με τα στοιχεία της γλώσσας ή της διαλέκτου της χώρας τους. Με άλλα λόγια στα έργα του Αριστοφάνη ξεχωρίζουμε: 1) την κανονική ομιλουμένη γλώσσα  2) την γλώσσα των λογίων (που προσεγγίζει την καθαρεύουσα)  3) το ιδίωμα των χωρικών ή των πόλεων  4) τις διαλέκτους διαφόρων περιοχών της Ελλάδας 5) την «βαρβαριστί» γλώσσα των ξένων[11].

Στην ανάλυση των κειμένων του θεάτρου σκιών διακρίνουμε όλα τα στοιχεία της γλώσσας των ηρώων του Αριστοφάνη: την κανονική ομιλουμένη γλώσσα την μιλούν ο ίδιος ο Καραγκιόζης, τα παιδιά του, ο Χατζηαβάτης και ο Μέγας Αλέξανδρος. Και μάλιστα ο Καραγκιόζης μιλάει πάντα το ιδίωμα που χρησιμοποιεί ο συγκεκριμένος καραγκιοζοπαίκτης ή το ιδίωμα της περιοχής όπου γίνεται η παράσταση[12]. Ο Χατζηαβάτης και ο Μέγας Αλέξανδρος επίσης μιλούν την καθομιλουμένη γλώσσα μόνο στις πιο σημαντικές στιγμές χρησιμοποιούν μερικά στοιχεία καθαρεύουσας (π.χ. ο Χατζηαβάτης τα χρησιμοποιεί διαβάζοντας τις διαταγές του Πασά).

Η καθαρεύουσα στα κείμενα του ελληνικού θεάτρου σκιών έχει διπλή σημασία: από τη μία πλευρά την χρησιμοποιούν οι εκπρόσωποι της εξουσίας (ο Πασάς, ο Βεζίρης κ.α.). Ο Β. Πούχνερ[13] σημειώνει, ότι «τα όργανα της τάξης χειρίζονται ακόμα και στην επιθεώρηση μια κάπως άκαμπτη καθαρεύουσα για να δώσουν σοβαρότητα στις διαταγές τους». Επίσης καθαρεύουσα χρησιμοποιεί ο Καραγκιόζης όταν θέλει θα διακωμωδήσει κάτι πολύ σοβαρό: π.χ. η ερωτική εξομολόγησή του στην κόρη του βεζίρη Φατμέ:

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ Αξιολάτρευτος, αξιοπόθητος και αξιαγάπητος δεσποινίς. Μυριάκις λαμβάνω συγγνώμην δια το θράσος το οποίον προσλαμβάνω όπως ξεφράσω τον διακαή και διακεκριμένον έρωτα, τον οποίον τρέφω εν τη καρδία μου. Δεσποινίς, προ ολίγου μόλις σας είδον ως εκ θαύματος με τους γλυκύτατους μου οφθαλμούς να τηγανίζετε ωραίους και ξεροψημένους κεφτέδες. Αχ, δεσποινίς, λυπηθείτε έναν νέον που είναι τρελά ερωτευμένος με τους ωραίους κεφτέδες και αποστείλατε μου μερικούς, όπως με κάνετε ευτυχή.

Η ομιλία του μας θυμίζει τις ομιλίες των Λογιότατων από διάφορες κωμωδίες του 19ου αιώνα: π.χ. στην «Βαβυλωνία» του Δ. Βυζάντιου συναντάμε έναν Λόγιο που εξηγεί ότι στο δρόμο πείνασε και βρήκε μια ταβέρνα -  «ετύγχανον τήμερον πεινών την εσχάτην πείναν και δη έδοξέ μοι πορευθήναι εν τω εδωδιμολεσχοοικητηρίω…»[14].

Το ιδίωμα των χωρικών ή των πόλεων αντικατοπτρίζεται στα λόγια του Σταύρακα (Ζουμπούλι μου είσαι, γιατρέ μου. Μ’ άκου και την υπόθεση. Πήγα, αδερφάκι, να ψαρέψω πρασινάδα κάτω στον Πειραιά, κ’εκείς που ξήγανα  το κορίτσι αλύπητα να σου και βγαίνει ένας νταραβεριτζής από μέσα από το σπίτι και ήθελε να μου τη παραστήσει στη στάμνα. Τραβάω την ισόβια που λες, αδερφάκι, και του λέω – ρε σάχλα, δεν πας να κάνεις την άντρακλα στα χασικλίδικα. Μ’ αυτός μου ’κανε τον τσαγκό και ήθελε να μου κάνει ζαράρι – Ρε συ, του λέω. Άει τις περικοκλάδες μην σου κατεβάσω την ισόβια μπηχτή και μαυροφορέσει η μάνα σου…)[15] και τις διαλέκτους και τα ιδιώματα διαφόρων περιοχών της Ελλάδας διάλεκτο ajνελεύθερο uJπαγροικότερα  συναντάμε στις διαλέκτους και τα ιδιώματα που χρησιμοποιούν ήρωες όπως ο Μπαρμπαγιώργος (ρουμελιώτικα - Έλα όξω ουρέ τρανέ, να σε στουμπολοήσω! Άιντε ρε, α σ’ευρώ μες στα μπακαλικούδια, τα σπετσαρικούδια ή μες στα καστανολοϊτικα θα σε φουσκώσω σα σπλάντερο[16]), ο Σιόρ-Διόνυσσος (επτανησιακά -  Μωρέ, για ας πάψω την καλισιονοπούλα μου για να γδω την ανοίξανε τούτη τη λουκάντα… Μωρέ, το καδινάτσο έχουμε βαλένο και είναι σφιμωγμένο το πορτόνι και δεν ανοίγει[17]), ο Καπετάν Μανούσος (κρητική διάλεκτος - Δεν τά’μαθες μωρέ; Βρήκα, μαθές, τον σύντεκνο τον Σελίμ μπέη και μου είπε να πορήσω από το κονάκι του, λέλει, να με βλέπει η κοπελιά του. Και άμα λέει, της αρέσω, μα το θεό μου, να την πάρω και να γκάβω[18]). Επίσης οι καραγκιοζοπαίκτες εισάγουν στις παραστάσεις τους διάφορους άλλους ήρωες όπως π.χ. τον Ζεϊμπέκ τον συναντήσαμε στις παραστάσεις του θεάτρου σκιών στην Κύπρο και τον Γεράσιμο – στις παραστάσεις στην Κεφαλονιά.

Την «βαρβαριστί» γλώσσα των ξένων παρατηρούμε στα λόγια του εβραίου Σολομών και σε διάφορους ξένους που προσπαθούν να μιλήσουν ελληνικά: π.χ. διάλογος ενός Γερμανού με τον Καραγκιόζη:

ΓΕΡΜΑΝΟΣ Ζαξ ιμ. Ζαξ ιμ. («Янемец, янемец»)

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ Σάξιμο, σάξιμο, θα σε σάξω εγώ. Στο διάολο, ήξερα κάτι ξένες γλώσσες, μερσί μποκού, παρλεβού φρανσαί και τα λοιπά, αλλά τώρα τα ξέχασα

ΓΕΡΜΑΝΟΣ Ιχ φρίρε, ζαξ ιμ. Φερφλούτε γκρίχε! (Στον Καραγκιόζη) Αυτό νιξ Γκέρμαν, αυτό γκρίχε, γκρέκο, τσόλια[19].

Με τον Άγγλο στρατηγο Σκόμπι:

ΣΚΟΜΠΥ Ω καλώς όρισες στρατηκγός.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ Μόνος του το λέει το καλωσόρισες

ΣΚΟΜΠΥ Εγκώ το στρατηγκό Σκόμπυ, έρκομαι στο Ελλάντα να φέρω ησυκίαν εις τον τόπον. Ησυκία στο Ατήνας, ησυκία στο Σαλονίκι, ησυκία στο στεριά και στο τάλασσα.[20].

Συνοπτικά η καταχώρηση των ομιλιών των ηρώων παραστάσεων του ελληνικού θεάτρου σκιών μπορεί να παρουσιαστεί ως πίνακας:

Κανονική ομιλουμένη γλώσσα

Καθαρεύουσα

Ιδίωμα των πόλεων

διάλεκτοι

«βαρβαριστί» ελληνικά των ξένων

Καραγκιόζης

Πασάς

Σταύρακας

Μπαρμπαγιώργος

Εβραίος

Μπιριγκόγκος

Κοπρίτης

Χατζηγιαβάτης

Μέγας Αλέξανδρος

 

Βεζίρης

Βεζιροπούλα

Ομορφονιός

 

Σιορ-Νιόνιος

Καπετάν Μανούσος

Διάφορα δευτερεύοντα πρόσωπα (π.χ. Γεράσιμος από την Κεφαλονιά, Ζεϊμπέκ από την Κύπρο)

Δερβεναγάς

Ξένοι (π.χ. στρατηγός Σκόμπι κ.α.)

Ιστορικά πρόσωπα

(Αθανάσιος Διάκος, Κατσαντώνης κ.α.)

 

 

 

 

 

Με άλλα λόγια  τα γλωσσικά στοιχεία της αρχαίας κωμωδίας διατηρούνται στο θέατρο και ειδικά στο θέατρο σκιών μέχρι σήμερα και συνεχίζουν να δημιουργούν το στοιχείο του κωμικού.



[1] Πέτρης Γ., Ο Καραγκιόζης. Δοκίμιο κοινωνιολογικό. Αθήνα, «Γνώση», 1986. Σελ. 113.

[2] Πούχνερ Β., Η γλωσσική σάτιρα στην ελληνική κωμωδία του 19ου αιώνα. Αθήνα, Πατάκη, 2001.

[3] Κορακίστικα ή Διόρθωσις της Ρωμαϊκής Γλώσσας. Κωμωδία. Εις τρεις πράξαις διαιρεμένη. Υπό του Λογίου και Ευγενούς Κ. Ιακώβου Ρίζου. ΜεΠοστέλνικου. Εν τω εις το Μαχμουτπασάχανι Ελληνικώ Τυπογραφείω, εν έτει 1813.

[4] Αλέξη Σολομού. Ο ζωντανός Αριστοφάνης. Από την εποχή του στην εποχή μας. Αθήνα, Δίφρος, 1961. Σελ. 383

[5] Ο γάμος του Μπαρμπαγιώργου / Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ. Ιωάννου. Τ.Α’ Αθήνα, Εστία, 1995. Σελ. 19.

[6] Ο Καραγκιόζης -  φαρμακοποιός / Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ. Ιωάννου. Τ.Α’. Αθήνα, Εστία, 1995. Σελ. 93.

[7] Ο Καραγκιόζης -  φαρμακοποιός / Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ. Ιωάννου. Τ.Α’ Αθήνα, Εστία, 1995. Σελ. 95.

[8] Ο γάμος του Μπαρμπαγιώργου / Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ.Ιωάννου. Τ.Α’. Αθήνα, Εστία.,1995. Σελ. 37.

[9] Ο Καραγκιόζης -  φαρμακοποιός / Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ.Ιωάννου. Τ.Α’. Αθήνα, Εστία, 1995. Σελ. 99.

[10] Ρώτας Β., Ο Καραγκιόζης ξενοδόχος / Τα καραγκιόζικα, τ.В’. Αθήνα, «Θέατρο/Επικαιρότητα», 1996. Σελ. 29

[11] Sobolevski S. Aristofan i ego vremja. Moscow, Labirint, 2001. S. 350.

[12] Το έχουμε προσέξει αρκετές φορές στις παραστάσεις του θεάτρου σκιών στην Πάτρα, στην Αθήνα κ.α., όπου οι καραγκιοζοπαίκτες χρησιμοποιούσαν συγκεκριμένες εκφράσεις και γραμματικές κατηγορίες της συγκεκριμένης περιοχής

[13] Πούχνερ Β. Η γλωσσική σάτιρα στην ελληνική κωμωδία του 19ου αιώνα. Αθήνα, Πατάκη, 2001. Σel. 181.

[14] Βυζάντιος Δ.Κ. Βαβυλωνία. Αθήνα, Ερμής, 1990. Σελ. 27.

[15] Ρώτας Β. Επιστράτευσις ποιητών/ Τα καραγκιόζικα. Τ.Β’. Αθήνα, «Θέατρο/Επικαιρότητα», 1996. Σελ. 66.

[16] Λίγα απ’όλα/ Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ. Ιωάννου. Τ.Β’. Αθήνα, Εστία, 1995. Σ. 204.

[17] Το χάνι του Μπαρμπαγιώργου/ Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ. Ιωάννου. Τ.Α’. Αθήνα, Εστία, 1995. Σ.60.

[18] Ο γάμος  του Μπαρμπαγιώργου/ Ο Καραγκιόζης, επιμ. Γ.Ιωάννου. Τ.Α’. Αθήνα, Εστία, 1995. Σ.14.

[19] Ρώτας Β. Ο Καραγκιόζης καπετάνιος/ Τα καραγκιόζικα. Τ.Α’. Αθήνα, «Θέατρο/Επικαιρότητα», 1996. Σ. 23.

[20] Ρώτας Β. Μας ήρθαν οι Εγγλέζοι// Τα καραγκιόζικα. Τ.Α’. Αθήνα, «Θέατρο/Επικαιρότητα», 1996. Σ. 31.