Titelbild der EENS

Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών

Γ΄ συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών

Isabel García Gálvez

Το ευρωπαϊκό φως στα ελληνικά στρατεύματα του νέου κράτους[1]

 

1. Το ενδιαφέρον μας για την κρίσιμη περίοδο του Ελληνισμού ανάμεσα στο Διαφωτισμό και το Nέο Ελληνικό Kράτος οφείλεται στην προσπάθειά μας να διευκρινίσουμε μερικά από τα βασικά «κλειδιά-έννοιες» του Ελληνισμού, όπως είναι συγκεκριμένα η περίπλοκη διαδικασία του εκσυγχρονισμού του με τα διανοητικά, πνευματικά και αισθητικά δεδομένα, τα προερχόμενα από τη Δύση. Κίνημα μίας δυναμικής ευρωπαϊκής συνειδητοποίησης, ο Διαφωτισμός πρόσφερε στους υπόδουλους κατοίκους της Οθωμανικής κυριαρχίας την δυνατότητα να εισαχθεί και να εφαρμοστεί σε Ελληνικό έδαφος η πεφωτισμένη νοοτροπία, έτσι ώστε να ταυτιστεί με την Δυτική Ευρώπη των νεωτέρων χρόνων.

Όπως έχει ήδη μελετηθεί «η “νέα” εποχή στήν Ελληνική ιστορία δέν είναι δυνατόν παρά νά ταυτισθή μέ τήν περίοδο του ώριμου Ελληνικού Διαφωτισμού καί της κινήσεως γιά τήν απελευθέρωση των Ελλήνων από τήν ξένη κυριαρχία καί τή συγκρότηση ανεξαρτήτου ελληνικού εθνικού κράτους, διότι τότε μόνο πραγματοποιήθηκαν η απομάκρυνση από τόν μεσαιωνικό κόσμο καί η μετάβαση στόν νέο»[2]. Άλλωστε, ο Διαφωτισμός, ως δυναμικό κίνημα, και η «Βιομηχανική Επανάσταση που ακολούθησε»[3], μετέδωσε κάποιες ιδέες, οι οποίες μεταμόρφωσαν με ανόμοιο τρόπο το ιστορικό καθεστώς της Ευρώπης και στη συνέχεια της Αμερικής.

 

2. Το ενδιαφέρον μας για μερικούς σημαντικούς συγγραφείς αυτής της εποχής —όπως ο Ρήγας ή ο Μακρυγιάννης π.χ.—, συγγραφείς αυτοί που, μεταξύ άλλων, άφησαν χρήσιμους και πρωτότυπους στοχασμούς στους αγαπημένους τους αναγνώστες, μας επιτρέπουν να ερμηνεύσουμε τη χαρακτηριστική ιδιοσυγκρασία αυτού του φαινομένου στον Ελληνικό —και Βαλκανικό— χώρο, και επίσης να εντοπίσουμε τις διαφορές του σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά ή αμερικανικά κράτη, ειδικά στο Ισπανόφωνο πλαίσιο, είτε πρόκειται για την Ισπανική λαϊκή αντίσταση εναντίον του Γαλλικού επαναστατικού στρατού (1808-1813)[4] είτε για τα κινήματα ανεξαρτησίας στη Λατινική Αμερική[5].

Όμως, λόγω του περιορισμένου χρόνου δε θα εκθέσουμε περισσότερα στοιχεία πάνω σ’αυτές τις Ισπανικές εκδοχές.

 

3. Η παρούσα ανακοίνωση φιλοδοξεί να προσεγγίσει το θέμα από μια συγκεκριμένη προοπτική: τoν πόλεμο και τις κατά συνέπεια αναμενόμενες αλλαγές στην κοινωνία. Πόλεμος και κοινωνία, αστικοποίηση («civismo») και στρατoκρατία («militarismo»). Μέσα στο καινούριο ευρωπαϊκό πλαίσιο των διεθνών σχέσεων κατά την πορεία από το Διαφωτισμό στην Επανάσταση και από την Επανάσταση στο Κράτος, έπαιξε σημαντικό ρόλο η στρατιωτική εκπαίδευση, καθώς επίσης η αντίληψη του πολέμου ως όχημα πολιτικής ισορροπίας μαζί με τη διπλωματική[6].

Τέτοια ανάλυση συνήθως υπογραμμίζει την εικόνα μίας στρατευμένης κοινωνίας —οι προπαγαντιστικές εκστρατείες του Ναπολέοντα, ο αποτελεσματικός στρατός της Πρωσίας, οι μεταρρυθμίσεις του στρατού της Αυστρίας και της Ρωσίας, η μελλοντική απόλυτη εξουσία του Αγγλικού ναυτικού π.χ.—, και δε συγκρίνεται με την πεπαλαιωμένη κατάσταση του άλλοτε ακατάλυτου, κατακτητικού στρατού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η επιστήμη υποστηρίζει την ανάπτυξη της πολεμικής τέχνης· οι εμπορικές σχέσεις ανοίγουν επίσης τις διόδους για τις μεταβολές των σχέσεων ανάμεσα σε χώρες και λαούς.

Οι αλλαγές όμως επηρεάζουν τόσο το κοινωνικό όσο και το πολεμικό πλαίσιο. Έτσι η στρατευμένη κοινωνία μεταμορφώνεται σε «κοινωνικοποίηση» του στρατιωτικού καθεστώτος, η οποία περιγράφει τον πρωταγωνιστικό του ρόλο, την επαγγελματικότητα, την (αυτο)εκπαίδευση και πολιτικοποίηση των στρατιωτών στη διαδικασία της κοινωνικής τους ένταξης.

 

4. Με αυτόν τον τρόπο η επιρροή του Διαφωτισμού τόσο στα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης όσο και στη δημιουργία του Ελληνικού Κράτους, γίνεται επίσης πασιφανής και στην εξέλιξη των ένοπλων ομάδων και του στρατού.

Η περιγραφή των ποικίλων ομάδων που συναπαρτίζουν τις ένοπλες δυνάμεις του πρώιμου Eλληνικού στρατού καθιστά έκδηλη τη διαφορετική νοοτροπία ανάμεσα στις διάφορες ομάδες. Εν τω μεταξύ, το ιστορικό γίγνεσθαι, εθνικό και διεθνές, τις αντιμετωπίζει ως ένα δυναμικό κοινωνικό φορέα του κράτους.

Στο πλαίσιο λοιπόν της πεφωτισμένης ευρωπαϊκής «κοινωνικοποίησης» του στρατιωτικού καθεστώτος[7] αναφύεται άφθονα το ιδεώδες (idearium) του Διαφωτισμού και εμπνέει το σχηματισμό των νέων κρατών της Ευρώπης. Θεωρούμε εντούτοις διαφωτιστική μια προσέγγιση τόσο των συνθηκών διαβίωσης των στρατιωτών σε μια κρίσιμη εποχή για την Ελλάδα, καθώς επίσης και της διαδικασίας της ένταξής τους από την πολιτεία και την ευρύτερη κοινωνία, κατά την περίοδο της ειρήνης.

Παρόλη την περιπλοκή της υπόθεσης εν γένει, θα δώσουμε εδώ μεγάλη προσοχή στα παραδειγματικά πρότυπα των μεγάλων προσωπικοτήτων των άτακτων ομάδων του ´21 —ιδιαιτέρως στο έργο του Στρατηγού Μακρυγιάννη— ανάμεσα αφενός στη μυθοποίησή τους και αφετέρου στο ρυθμό της κρατικής κοινωνικοποίησής τους.

 

5. Εν συντομία, αυτή η πεφωτισμένη κοινωνικοποίηση τουλάχιστον στη δυτική Ευρώπη στηρίζεται σε τρεις βασικούς άξονες[8]:

5.1. Πρώτος άξονας. Το δημιούργημα κέντρων πληροφόρησης και επιστημονικών δραστηριοτήτων.

Ο διασκορπισμένος Ελληνισμός της εποχής χρησιμοποιούσε τα αστικά κέντρα ως δίκτυο επιχειρήσεων και σχέσεων. Η Πόλη[9] και στη συνέχεια οι πόλεις γύρω στις Παραδανούβιες Ηγεμονίες, της Ρωσικής αυτοκρατορίας και της δυτικής Ευρώπης, αυξάνουν τις δυνατότητες των εμπορικών στρωμάτων, στα οποία στηριζόταν η τότε Ελληνική κοινωνία: δηλ. τους πεφωτισμένους κύκλους, τα τυπογραφεία και το σύστημα των συνδρομητών, τα οποία θα πολλαπλασιαστούν αργότερα στην πρωτεύουσα του Νέου Κράτους.

«΄Νέργησα κ’έγιναν συντρομηταί είσε όλο το Κράτος και κάμαμεν μίαν εφημερίδα Εθνοκρατία και βαρούγαμεν με φρονιμάδα τα κακά. Αυτείνη η’φημερίδα πείραζε τον Κωλέτη και συντροφιά του διατί μιλούσε με ηθική κ’έλεγε τα σφάλματά τους. ‘Ηταν τρεις καλοί νέοι και με μεγάλη αρετή όπου γράφαν κ’εγώ ήμουν ταμίας». (1845) (A: σ. 435)

Οι μυστικές προεπαναστατικές και πατριωτικές Εταιρείες —το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχειον» (Παρίσι, 1807), η Τεκτονική Στοά στα Ιόνια Νησιά (Κέρκυρα, 1811), η εταιρεία «Αθηνά» (πιθανόν εμπνευσμένη από την «Εταιρεία» του Ρήγα), ο «Φοίνικας» στη Μόσχα, που την προηγήθηκε η «Φιλόμουση Εταιρεία» (Αθήνα, 1813), και η «Φιλική Εταιρεία» (Οδήσσό, 1814)[10]— αρθρώνουν τα ετερογενή στοιχεία του Ελληνισμού.

Ο ίδιος ο Μακρυγιάννης[11] μπόρεσε να συμμετάσχει στα ιστορικά γεγονότα της πατρίδας του (1821-24) χάρη στη μύησή του στην Φιλική Εταιρεία (1820):

«Ο πατέρας του θέλει να βάλη κ’εμένα εις το μυστήριον. Παίρνει να μ’ορκίση και πάλι μετανογούσε και αυτό μου τόκανε πολλές φορές. Τότε και εγώ πείσμωσα αναντίον του και του λέγω· “Σου πέρασε υποψία οτ’είμαι άτιμος του σπιτιού σου και ντρέπεσαι να μου το είπης; Και όντως είμαι άτιμος αν ματαπατήσω εις την πόρτα σου!” Και σηκώθηκα και έφυγα. Φωνάζει ο παπάς, εγώ δεν ματαγύρισα οπίσω. Πέρασαν δυο τρεις ημέρες, ήρθε, ξαναήρθε, δεν ματαζύγωσα.

Αφού ήρθε πολλές φορές, με δάκρυα εις τα μάτια μου τ’αποκρίθηκα· “Δια μένα να σου περάση κακή ιδεά, το παιδί σου;” Έκλαψε και αυτός και με παρικάλεσε να πάμε μαζί και ύστερα να μη ματαπάγω, σαν μου ξηηθή. Πήγα. Κατεβάζει της εικόνες και μ’ορκίζει και αρχινάγει να με βάλη εις το μυστήριον. Αφού προχώρεσε, τότε τορκίστηκα ότι δεν θα το μαρτυρήσω κανενού· όμως να μου δώση καιρόν οχτώ ημέρες να συλλογιστώ αν είμαι άξιος δι’αυτό το μυστήριον και αν μπορώ να ωφελήσω, να το λάβω, ή να κάτζω· είναι σα να μην το ξέρω ολότελα. Πήγα στοχάστηκα και τάβαλα όλα ομπρός και σκοτωμόν και κιντύνους και αγώνες —θα τα πάθω δια την λευτερίαν της πατρίδος μου και της θρησκείας μου. Πήγα και του είπα· “Είμαι άξιος”. Του φίλησα το χέρι, ορκίστηκα. Τον περικάλεσα να μη μου μαρτυρήση τα σημεία της κατήχησης, ότι’είμαι νέος και να μην αντέξω και λυπηθώ την ζωή μου και προδώσω το μυστήριον και κιντυνέψη η πατρίς. Συμφωνήσαμεν και εις αυτό και μου είπε ότι όθεν δουλέψω, χρήματα… και κατάχρησες δεν μπορώ να κάμω, όμως να παίρνω άπονα αποδειχτικόν, αυτά τα πλούτη να κάνω. Και η ευκή του παπά του ευλογημένου και της πατρίδος μου και θρησκείας μου, ως την σήμερον δεν μ’άφησε ο Θεός να ντροπιαστώ. Τράβησα δεινά, πληγές και κιντύνους, όμως είμαι καλά σαν θέλει ο Θεός». (A: σσ. 16-17)

5.2. Δεύτερος άξονας. Οι πράκτορες, οι οποίοι αποτελούσαν κοινωνικές ομάδες σε ανοδική πορεία, είτε ως επίλεκτοι είτε ως η αστική και σηνηθέστερα ως εμπορική κοινωνία.

Μεταξύ άλλων διακρίνονται κάποιες ουσιαστικές μορφές που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων:

(α΄) η πρωτοποριακή παμβαλκανική κοσμοθεωρία του Ρήγα,

(β΄) η εσωτερική εξέγερση της Οθωμανικής κυριαρχίας με πρωταγωνιστή τον Αλή πασά των Ιωαννίνων (Μ: σσ. 48-50),

(γ΄) τα κινήματα απελευθέρωσης προς την ανεξαρτησία διαφόρων υπηκόων της, του ληστή Οσμάν Πασβάνογλου, η επανάσταση των Σέρβων το 1804 με τον Καραγεώργη και το haiduk Γκλάβα,

(δ΄) η οργανωμένη προσπάθεια του αξιωματικoύ Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ο οποίος σχεδίασε την επίθεση κατά των Τούρκων και με σύγχρονη στρατιωτική διάταξη σχημάτισε τον Ιερό Λόχο (1819)[12], ένα οργανωμένο στρατό, που γρήρορα εξοντώθηκε και ο αρχηγός του φυλακίστηκε όσο διαρκούσε ο Αγώνας.

Ο πρωτοπόρος αυτών των κινημάτων ήταν ο Ρήγας. Ήδη στα γραπτά του διαφαίνεται ένα ρεαλιστικό επαναστατικό σχέδιο με στόχο τη μετατροπή της τυραννικής Οθωμανικής κοινωνίας σε μια «Ελληνική» δημοκρατία[13]. Έχοντας συνείδηση της αναπόφευκτης σύρραξης, δεν παύει να ενθαρρύνεται από τη γενναία αρχηγία του Μεγαλέξανδρου (αντί του Ναπολεόντα) στο παρελθόν, και με τη Μεγάλη Χάρτα της Ελλάδος[14] ή το διάσημο Θούριο του ταυτίζει τους άθλους των Ελλήνων όλων των εποχών εναντίον της κάθε λογής τυραννίας. Η απήχηση του σχεδίου του Ρήγα έμεινε και στο έργο του Μακρυγιάννη[15].

Η συμμετοχή των άτακτων σωμάτων (κλεφτών και αρματολών) και οι εθελοντές φιλέλληνες συναπαρτίζουν τον κατάλογο των κυριώτερων πρακτόρων της νεόφυτης κοινωνίας.

5.3. Τρίτος άξονας. Η φήμη και η κοινωνική αναγνώριση προσφέρει μια θέση στη δυναμική κοινωνία, στην οποία έντονα διαφοροποιείται το ιδιωτικό από το δημόσιο. Η ένταση του κοινωνικού δυναμισμού θα οδηγήσει στην πολιτικοποίηση της κοινωνίας όπου θα λάβουν μέρος οι μεγάλες προσωπικότητες του Αγώνα. Οι Κλέφτες έγιναν ήρωες της Επανάστασης και μάλιστα συνδέθηκαν με την ιστορία των Ελλήνων ηρώων, υπερασπιστών όλων των εποχών[16]. Η συμμετοχή τους στον Αγώνα δημοσιοποίηθηκε επίσης μέσω των Απμημονευμάτων[17], όπου και περιγράφουν τις εντυπώσεις τους για το ιστορικό γενονός, οι περισσότερες με εγκωμιαστικό τόνο. Μέσα στα πολλά γραπτά αυτού του τύπου, διακρίνονται δυο διαφορετικές προτάσεις, αφενός εκείνη του υψηλά ισταμένου αρχηγού του ξεσηκωμού, του άτακτου Κολοκοτρώνη[18], και αφετέρου αυτή του απογοητευμένου ήρωα, του Μακρυγιάννη, ο οποίος παλεύει μέχρις εσχάτων, για την ολοκλήρωση της αρχικής ιδέας της Επανάστασης. Δυο σημαντικά παραδείγματα (α΄) της σταδιακής τους ενσωμάτωσης στα σημαντικότερα κοινωνικά πεδία, (β΄) της συμμετοχής τους σε επιτελικά σχέδια δικής τους πρωτοβουλίας, και (γ΄) της σχέσης τους με άλλες κοινωνικές, πνευματικές και επαγγελματικές ομάδες.

«Μπήκε ο Καλλεφουρνάς, ο Βλάχος, ο Βρυζάκης κ’εγώ. Οι πολίτες της πρωτεύουσας όλοι πρόσφεραν χρήματα να φκειάσουν δυο σπαθιά του Καλλέργη κ’εμένα. Εγώ είπα ας φκειάσουν δυο σπαθιά και να γράψουν όλα τανόματα των αξιωματικών όπου λάβαν μέρος εις την μεταβολή και να τ’αφιερώσουν σε μίαν εκκλησία. Συνάχτη και το Δημοτικόν Συμβούλιον κ’έκαμε μίαν πράξη —ήμουν εγώ πρόεδρος του Συμβουλίου— με διόρισαν αρχηγόν τους, των Αθηναίων, και υποαρχηγούς τον Γιάννη Κώστα και Καλλεφουρνά. Έγινε και πράξη —εις το σπίτι μου, όπου άρχισε από εκεί το κίνημα του Συντάματος, εις εκείνη την πιάτζα οπούναι μπροστά εις το σπίτι μου και Νοσοκομείον, να γένη ένα τρόπαιον και να γραφτούν όλα τανόματα· και να λέγεται κι’ο δρόμος αυτός “οδός Μακρυγιάννη”». (Α: σσ. 389-390)

 

6. Εν τω μεταξύ, οι μεταλλαγές των ευρωπαϊκών στρατευμάτων, ειδικά μετά τις επιθέσεις του Ναπολεόντα, βασίζονται

(α΄) στην έννοια «του πολέμου ως γεγονότος» («guerra como acontecimiento») έναντι του προγενέστερου «του πολέμου ως μηχανισμός» («guerra como proceso»),

(β΄) σε στρατό επιλεγμένο μέσω λαϊκής στρατολόγησης, με στρατιωτική εκπαίδευση και επαγγελματική τέχνη (ναυτική και της ξηράς) («ejército de comisión estatal») αντί από κρατικής επιτροπής (μ. 17º αι.-1789) («ejército de reclutamiento popular»),

(γ΄) στην προτίμηση για την στρατηγική και την κινητικότητα των στρατών αντί για μάχες και πολιορκίες,

(δ΄) και τέλος, στο γεγονός να θεωρεί ότι όφειλε την επιτυχία του όχι στη πανωλεθρία των εχθρών αλλά στην ικανότητά του να εφοδιάζεται με τα αναγκαία[19].

Τα επαναστατικά ελληνικά στρατεύματα βρισκόταν σε διαφορετική φάση. Οι άτακτοι —κλέφτες, κάποι, αρματολοί, κλπ.—, πρόδρομοι και αρχιτέκτονες του Αγώνα, παρόλο που έγιναν θρύλοι της Επανάστασης, εξελίσσονται στη πασιφανή και διεθνή μορφή του «κοινωνικού λήστη»[20] («bandido social»), του ληστή που δρα για όφελος της κοινωνίας, —συνήθως από αγροτική ή κτηνοτροφική καταγωγή—. Με τη συμμετοχή τους στον αγώνα, δοκίμασαν μία εσωτερική πορεία προς την ένταξή τους στη νέα πολιτεία, στην οποία είχε δημιουργηθεί η ανάγκη να εκφραστεί η εμπειρία τους με τρόπο γραπτό. Εκεί διακρίνονται μερικά σημεία που μας δείχνουν την πορεία τους προς την κονωνικοποίηση, τα οποία σημπληρώνονται με αποσπάσματα διαλεγμένα από το έργο του Μακρυγιάννη.

6.1. Δημόσιος και ιδιωτικός χώρος.

6.1.α. Το σπίτι (το σόι, το αρματολίκι) γίνεται τώρα πια ένας χώρος όπου τα προσωπικά ζητήματα διαπλέκονται με την πολιτική, σχεδόν καθημερινά, και όπου με λαϊκό τρόπο αντικαθιστούν τους διανοητικούς κύκλους ή σαλόνια, τοσο συνηθισμένους στην δυτική Ευρώπη.

6.1.β. Είδαμε πως το τυπογραφείο χρησιμοποίειται ως μόνιμο και αποτελεσματικό μέσο επικοινωνίας και εξουσίας.

6.2. Προνομιακοί χώροι σχέσεων.

6.2.α. Είναι συχνές οι αναφορές σε μια κοντινή βασιλική οικογένεια:

«Λέγει ο Βασιλέας σε όλους· “΄Ελληνες! Σε τούτη την τρυφερή μου ηλικίαν έφυγα από της μητρός μου και πατρός μου της αγκάλες και ήρθα ν’αγωνιστώ μ’εσάς τους γενναίους ΄Ελληνες. Δεν επιθυμώ άλλο από σας ομόνοιαν αναμεταξύ σας και υποταγή –και θέλω σας ευτυχήση.” Δεν τόκαμεν κανένας την απάντησιν. Τότε του λέγω εγώ· “Θεία χάρη θέλησε να μας δυναμώση και να μας σώση από την τυραγνίαν του Σουλτάνου και σήμερα αξιωθήκαμεν ν’απολάψωμεν τον Βασιλέα μας. Εμείς έχομεν χρέος να σε ακούμεν και να σε φυλάμεν με την ζωή μας, και η Μεγαλειότη σου βάλε την δικαιοσύνη σου εις τα δεινά μας. Ζήτω ο Βασιλέας και οι ευεργέτες μας Δύναμες!” Και φύγαμεν. Τότε τα μέλη της αντιβασιλείας κι’ ο Βασιλέας ρώτησαν τον Αγιντέκ ποιος ήταν εκείνος όπου απάντησε εις τον λόγον του. Και είπε τ’όνομα μου και μίλησε ως φίλος μου εις την Μεγαλειότη του κι’Αντιβασιλείαν. Έρχεται εις το σπίτι μου ο γκενέραλ Αγιντέκ και μου λέγει όλα αυτά· και μου λέγει· “Είμαι αποσταλμένος από τον Βασιλέα –τι χάρη ζητάς να σου δοθή;” Μπαυαρέζικη χοντροκομμένη δολερή πολιτική! Μία αυτείνη. Όταν πρωτοήρθε εις το σπίτι μου ο φίλος μου γκενέραλ Αγιντέκ με ρώτησε να μάθη τι κάνω. “Τώρα, του λέγω, ο αγώνας τελείωσε και δουλειά δεν έχω. Παιδιά μαστορεύω και φκεάνω: έχω καμπόσα και το σακκί είναι γιομάτο και γλήγορα θ’αδειάση. Μου λέγει, να μου δώσης το παιδί να το βαφτίσω εγώ. –Του λέγω· “Καμμίαν χάρη ατομική δεν θέλω· ότι δια της θυσίες των αγωνιστών …». (A: σσ. 297-298)

6.2.β. Σχέσεις με τους υψηλότερους εκπροσώπους της πολιτικής:

«Σε τρεις τέσσερες μέρες είδα και την προσκάλεσην του τραπεζού από πρέσβη της Μπαυαρίας· τέσσερες φορές με κάλεσε, και ήρθε και μόνος του εις το σπίτι μου και με την γυναίκα του και με τον Κωλέττη· ήταν στενός φίλος του αυτεινού και της γυναικός του· πολλάκις με κάλεσαν εις το τραπέζι του και εις μπάλους· ούτε εις αυτόν πήγα ποτές ούτε εις τους άλλους, όπου τους έπαιρνα και εγώ και τους έκανα τραπέζια ολονών όσο να τηράξω την δουλειά δια την μεταβολή, να ωφεληθεί η πατρίδα μου.Τέτοιοι όπου είμαστε εμείς, λευτεριάν δεν θέλομεν, την ‘διοτέλειαν μας θέλομεν, και δούλοι των ξένων και της τυραγνίας επιθυμούμεν να είμαστε πάντοτες· αποδείχτη ολονών μας η αρετή, και στρατιωτικών και πολιτικών». (ΟΘ: σ. 54)

6.2.γ. Τα πολιτικά αξιώματα και οι στρατιωτικές βαθμίδες της καριέρας του:

«Είμαι διορισμένος από την κυβέρνηση του Κυβερνήτη Καποδίστρια Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής δύναμης της Πελοπόννησος και Σπάρτης». (1829) (A: σ. 7)

«Σε δυο τρεις ημέρες ήρθε ο Κυβερνήτης. Πήγε εις τ’Ανάπλι. Περίλαβε τα κάστρα, ήρθε εις την Αίγινα, ορκίστη με μεγάλη παράταξιν να φυλάξη τους νόμους της πατρίδος και μ’αυτούς να μας κυβερνήση. Τότε έβαλε πρώτα, οργάνισε τα στρατεύματα εις χιλιαρχίες. Οργάνισε και το πολιτικό. Φωνάζει τους βουλευτάς και τους λέγει να διαλυθούν δια το παρόν και ύστερα προκαλεί την Συνέλεψη την Εθνική και γίνεται το Βουλευτικόν σώμα. Οι βουλευταί δεν μπορούσαν να κάμουν αλλοιώς, διαλύθηκαν κατά τον λόγο του Κυβερνήτη. Τότε έφκειασε το Πανελλήνιον, ορκίστη κι’αυτός να κυβερνήση εφτά χρόνια. Δεν θυμήθη ο Κυβερνήτης όταν ορκίστη δια εφτά χρόνια, ορκίστη’σ το σύνταμα –κι’αυτος ευτύς το χάλασε.

Έκαμε τον Υψηλάντη στρατάρχη εις της χιλιαρχίες. Η κάθε χιλιαρχία ήταν από χίλιους εκατόν είκοσι ανθρώπους. Χιλίαρχοι Τζαβέλας, Χατζημέτρος, Στράτος, Κριτζώτης, Καρατάσιος, Βάσιος, Δυονουνιώτης, Τόλιας, Χατζηχρηστος, Ομορφόπουλος, Χορμόβας κι’αχώρια η φρουρά του Υψηλάντη.’Σ τη Δυτική Ελλάδα πήγε ο Φαρδικιώτη με την χιλιαρχίαν του, όσο να οργανιστούν και οι άλλοι και να είναι με τον Γκενεράλη Τζούρτζη». (A: σσ. 245-247)

6.3. Υπόληψη. Από τη μυθοποίηση «των αθανάτων» αγωνιστών στην πραγματικότητα:

«Και βλέπετε όπου αρφάνεψα και μπήκα δούλος εφτά χρονών, και έπλενα ακαθαρσίες των μικρών παιδιών, αγγειά, αλογα, συγύρισμα και άλλες πηρεσίες, και πλερώθηκα από δυόμισι γρόσια τον κάθε χρόνον. Πήγα εις έναν συγγενή μου, έγινα ως δεκατέσσερων χρόνων απάνω κάτω, πήγαμεν σε ένα παγγύρι, εις τον Α-Γιάννη, έκαμα να ρίξω το τουφέκι του και τσακίστη η φωτιά του, και ως ζωόν με πέθανε από το ξύλο, εμπρός σε όλον τον κόσμο εκεί. Τότε πήγα εις τον άγιον με πολλά δάκρυα και με μετάνοιες· του ζήτησα να μου δώσει άρματα και χρήματα, και να του φκιάσω ένα καντήλι. Σε δυο τρία χρόνια πήγα εις την ΄Αρτα, εις τον αδελφόν του. Παντρεύτη εκεί, ήταν με τον Αλή-πασά· καλός άνθρωπος, πολύ φιλάργερος, έκατσα και με αυτούς ως δέκα χρόνια. Του ζήτησα δάνειον, και μόδωσε χίλια γρόσια, τα δέκα δώδεκα, και του τα πλέρωσα –έχω την ομολογίαν του εις τα χαρτιά μου. Με την δύναμη του Θεού και των καλών ανθρώπων εκεί, με κρεντιτάρισαν, αγόρασα σπίτι εκεί και υποστατικά, και χρήματα, του Θεού την ευλογία, και άρματα όπου δεν τά’χε άλλος εκεί. ΄Εφκιασα και το καντήλι εις τον Α-Γιάννη, εις την Ντεσφίνα, γραμμένο με τ’όνομά μου, και του το πήγα ντυμένος και αρματωμένος, και σώζεται ως την σήμερον. Μπήκα εις την Εταιρείαν της πατρίδος, την δούλεψα κατά τον όρκο μου· πιάστηκα από τους Τούρκους, με φυλάκωσαν εις το κάστρο της ΄Αρτας και με παίδευαν με σίδερα εις τα ποδάρια και πλήθος παιδεμούς· πήγαν είκοσι έξι να μας κρεμάσουν, κρέμασαν τους 25, γλίτωσε ο Θεος μόνον εμένα. ΄Εφυγα από κει με 18 ανθρώπους. Αγωνίστηκα όθεν τα δεινά της πατρίδος, εις ορδιά και κάστρα, πέντε πληγές πήρα εις το σώμα μου· ως χίλιους τετρακόσιους με αξίωσε ο Θεος νά’χω εις την οδηγίαν μου, τον δοξάζω. Αναφορά ανατίον μας δεν υπάρχει· ευκαριστήρια πλήθος –εις το σπίτι μου είναι, όποιος θέλει ας τα βλέπει. Βαθμολογιώντας, εκόλλησα ως τον βαθμόν του στρατηγού· καταδρομές πλήθος με ήβραν, και ακόμα δεν σώνονται· δεν μπόρησε, δια της δύναμής του, ως την σήμερον να με ντροπιάσει κανένας· με αδίκησαν μια μ’αδικούνε οι άνθρωποι· Ο Θεός μ’έχει παραδικιώσει. ΄Αλλοι κλέβουν, προδίνουν, παίρνουν από χοντρούς μιστούς και από άλλα: ο Θεός μόχει ανοιχτό το σπίτι μου, πλουταίνει την κατάστασήν μου με την ευλογίαν του και της βασιλείας του. Φίλους έχω τους τίμιους ανθρώπους, οχτρούς πάντοτες τους πουλημένους και αρπαγούς και προδότες της πατρίδος και θρησκείας μου, και ο Θεός ας τους κάμει την ανταμεβή τους». (ΟΘ: σσ. 167-169)

6.4. Κοινωνική δέσμευση. Θέματα όπως η πίστη, η ορθοδοξία, η αρετή, η ορφάνια κάνουν τον Μακρυγιάννη υπερασπιστή της επανάστασης, τόσο πριν όσο και μετά τον ξεσηκωμό:

«Συνάχτηκαν απ’όλουθε οι Αρτηνοί και γύρευαν να με βάλουν κεφαλή τους, να τους πάρω να πάμεν εις τα’ ορδί. Αφού γυμνώθηκαν δια την λευτερίαν, ο πατριωτισμός δεν τους άφινε. Εγώ δεν ήθελα· αυτεινοί όλοι με βιάζαν. ΄Εγραψα αυτό του Γώγου, να μην πειραχτή, οτ’ήταν καπετάνος του τόπου. Μ’αποκρίθη ότι έχει μεγάλη ευκαρίστησιν και με θεωρεί ως παιδί του. Κι’όντως, ο Θεός μακαρίση την ψυχή του, ως παιδί του μ΄αγαπούσε και με γύμναζε. ΄Ηταν τίμιος άνθρωπος και γενναίος πατριώτης κι’ αγαθός. Αρρώστησε σε κάμποσον καιρόν κι’από την πίκρα του απέθανε. Η πατρίς χάριτες χρωστάγει εις αυτόν τον γενναίον άντρα. Αφού οι Αρτηνοί με βιάζαν να τους συνάξω να πάμεν έξω’σ το ορδί, ντουφέκια κι’άλλα αναγκαία δεν είχαν, τους γύμνωσαν πρώτα οι Τούρκοι, όπου τους σύναξαν τ’άρματά τους, και ύστερα κ’εμείς οι λευτερωταί όλο τους το βιόν.». (A: σσ. 49-50)

«Αφού μίλησα του Βασιλέα διά τον Λασσάνη, της μεγάλες κατάχρησες οπούκαμεν αυτός και οι συντρόφοι του, κι’αφάνισε την πατρίδα, και του Σπυρομήλιου τόδωσε την Λιβαδόστρατα εις την Φήβα κι’άλλα, τον έβγαλε τον Λασσάνη από την’Κονομίαν και τον έβαλε εις την Λογιστικη’πιτροπή με βαρειόν μιστόν να διορθώση της κατάχρησες, αυτός της δικές του και των φιλωνέ του· —και οι αγωνισταί και χήρες των σκοτωμένων κι’αρφανά παιδιά τους, κι’εκείνοι όπου θυσιάσαν το δικόν τους’στα δεινά της πατρίδος ας γκεζέρουν εις τους δρόμους ξυπόλυτοι και ταλαιπωρημένοι κι’ας λέμε “ψωμάκι”. Οι ακαθαρσίες της Κωνσταντινόπολης και της Ευρώπης καρότζες, μπάλους, πολυτέλειες, λούσια πλήθος. Αυτείνοι αφεντάδες μας κ’εμείς ειλωτές τους. Πήραν τα καλύτερα υποστατικά, της καλύτερες θέσες τους σπιτότοπους,’σ τα υπουργεία βαρειούς μιστούς, δανείζουν τα χρήματά τους δυο και τρία τα εκατό τον μηνα, παίρνουν υποθήκες —σ’ένα χρόνο και λιγώτερον κάνει δέκα το παίρνει ένα· γίνηκαν όλοι’διοχτήτες. Κρίται αυτείνοι, αφεντάδες αυτείνοι· όπου να πάνε οι ΄Ελληνες όλο ξυλιές τρώνε. Η φτώχεια άξηνε· λίγον φταίξιμο να κάμη ο αγωνιστής, χάψη άλλος έπι ζωγής, άλλος κόψιμον με την τζελατίνα. ΄Ολο τέτοιες καλωσύνες έχομεν. Γιόμωσαν οι χαψές του κράτους. Και θησαύρισαν οι κριταίμας και οι αβοκάτοι μας. Το κράτος έτσι πάγει πολλά ομπρός!». (A: σσ. 334-335)

6.5. Κοινωνική ένταξη και επαγγελματική απασχόληση.

Η προσπάθεια επιβίωσης συνοψίζεται από τον ίδιο τον Μακρυγιάννη, σε ένα σημείο, όπου και μας δείχνει το ξάφνιασμα του ξένου αρχαιολάτρη για την απομυθοποιημένη κατάσταση του ήρωα:

«Εις τα 1843 ο Κωλέτης από τα Παρίσια μου συσταίνει έναν σημαντικόν Γάλλον περιηγητή, μόγραφε προκομμένον πολύ,’στορικόν, θέλει να μαθαίνη τους αγώνες μας και να γνωρίζεται με τους αγωνιστές· κι’άλλα πλήθος προτερήματα μόγραφε. ΄Ηταν δύο αυτείνοι συντροφεμένοι κ’ένας διερμηνέας τους. Τον μεγάλον άντρα αυτόν τον έλεγαν Μαλέρμπη. ΄Ηρθαν εις το σπίτι μου, δεν μ’ηύρανε· και κατέβηκαν εις τον κήπο μου όπου εργαζόμουν· και ήμουν αποσταμένος και καθόμουν να ξεκουραστώ. ΄Ερχονται με ρώτανε δια τον Μακρυγιάννη. Τους λέγω· “Εγώ είμαι”. Μου λέγει ο διερμηνέας τους· “Με γελάς. – Του λέγω, σα σε γελάγω, σύρτε να τον βρητε”. Τότε αφού τους είπα “είμαι εγώ” ήταν κι’άλλοι άνθρωποι και τους είπανε και τους βεβαίωσαν –τότε μου δίνουν το γράμμα. Αφού το διάβασα το γράμμα, μου λέγει αυτός ο σοφός άντρας ότι: “Δεν έλπιζα ναυρώ σε τοιούτη κατάστασιν έναν αγωνιστή της Ελλάδος. – Του λέγω· καλά τον ηύρες η αχαμνά; – Όχι να είναι σ΄αυτείνη την αχλιότη. – Του λέγω· οι ευεργέτες μας οι Ευρωπαίγοι έτζι θέλησαν να μας κάμουν έμας τους αγωνιστάς· όμως τους φίλους τους και κόλακές τους τους ευτύχησαν πολλά καλά. Οι τίμοι θέλουν να ζήσουν κι’αυτείνοι εις την ματοκυλισμένη τους γης· κι’αγωνίζονται και κοπιάζουν να υπάρξουν κι’αυτείνοι εις την κοινωνία όσο έχουν τα’αμανέτι του Θεού εις το σώμα τους και είναι ζωντανοί. Όταν πεθάνη ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη από τίποτας. Μ’όλον τούτο τώρα, όπου ζούμεν, όλοι οι τίμιοι ΄Ελληνες ευκαριστούμεν τους Φιλέλληνας εις τον κόπον όπου έλαβαν δια να μας σκημαίσουν κ’εμάς έθνος, όπου είμαστε τόσους αιώνες’σ ενού λιουνταργιού τα νύχια». (A: σ. 366)

 

7. Έτσι λοιπόν, κατανόηση της μεταβολής των πατριωτικών δραστηριοτήτων των αγωνιστών, μας οδηγεί σε μία πληθώρα παραγόντων, οι οποίοι σχετίζονται με την εξέλιξη των μεταγενέστερων Eλληνικών στρατευμάτων από το 1840 και εξής, ώστε να σχηματισθεί τελικά ο τακτικός στρατός, δυτικού τύπου, του Νέου Κράτους[21]. Εν συντομία ο Ελληνικός στρατός θα προσφέρει καινούρια γραπτά (εγχειρίδια, μελέτες, κλπ) που μελετάνε το ζήτημα μέσα σε ένα αυστηρό πλαίσιο ειδίκευσης, ώστε να καλύπτονται οι πνευματικές και εκπαιδευτικές ανάγκες ενός σύγχρονου στρατού και εκφράζουν την εξέλιξη της λειτουργίας του μέσα στο Νέο Κράτος[22].

«΄Εμαθες βεβαίως, φίλε αναγνώστα, δια της αναγνώσεως, δια της παραδόσεως, η δια της παρατηρήσεως, ότι η Ευρώπη, και πολύς άλλος κόσμος μακράν αυτής κείμενος, τα μάλα επολιτίσθησαν, εξευγενίσθησαν, και ήδη ευμοιρούσι, διότι περί πολλού εποιήθησαν και ποιούνται του τακτικού στοιχείου, τους εφήβους εν αυτώ κατατάσσοντες, ως εις μεγάλην εκπαιδευτικήν Σχολήν. […] Στρέψον ήδη και οπισθέν σου, θεώρησον την κατάστασν, εις ην ευρίσκεται ο τακτικός στρατός της πατρίδος σου, και κρίνε, κατόπι των όσων τρέφεις πολλών και μεγάλων δικαίων ελπίδων σου, εάν το έθνος σου δύναται να προσδοκά εκ ταυτής τον υψηλόν προορισμόν του, η να παρασταθή ισχυρώς ότε ο αγών περί των όλων: ενώ, δια των αλλοτρίων προπτρόπων, και αυτά τα κράτη των βαρβάρων, προς ασφάλειαν δήθεν της υπάρξεώς των, τον τακτικόν στρατόν κατά το μάλλον και ήττον πάντοτε επιμελούνται».

 

Isabel García Gálvez, Universidad de La Laguna (Tenerife)

 

 

[1] Ο τίτλος εκφράζει με τρόπο γενικό την ιδέα, η ανάπτυξη της οποίας εδώ περιορίζεται λόγω του συγκεκριμένου χρόνου της εισήγησης.

[2] Πρβλ. Ι. Σ. Κολιόπουλος, Ιστορία της Ελλάδος από το 1800, Θεσσαλονίκη, 2000, Τόμος Α΄, σελ. 15.

[3] Πρβλ.. Κολιόπουλος, αυτόθι, σελ. 11.

[4] Βλ. F. Andujar Castillo, Los militares en la España del siglo xviii. Un estudio social, Granada, 1991.

[5] Έχοντας μόνο υπόψη τα πρώτα συντάγματα της κάθε χώρας που σηνήθως ταυτίζονται με κινήματα ανεξαρτησίας έχουμε 18 γραπτά των οποίων η χρονολογία κυμαίνεται από το Σύνταγμα της Ομοσπονδίας της Βενεζουέλας του 1811 μέχρι το Σύνταγμα της Κούβας του 1869: Συντάγματα του Κάδιθ της Ισπανίας (1812), του Ισημερινού (1812), του Μεξικού (1813), της Χιλής (1815), της Βολιβίας (1816), της Αργεντινής (1819), της Κολομβίας, της Νικαράγκουας, του Περού (1823), της Κόστα Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ, της Παραγκουάης (1824), της Ουρουγκουάης (1830), της Παναμάς (1841), της Δομινικαικής Δημοκρατίας (1844) και του Πουέρτου Ρίκου (1879).

[6] Ένα σημείο αναφοράς για την καινούρια ιδεολογία περί του πολέμου έγινε η μορφή του πρώσσου στρατηγού και θεωρητικός της πολεμικής τέχνης, Carl von Clausewitz (1780-1831) και ιδιαιτέρως το μεταθανάτιο τρίτομό του έργο Περί πολέμου (Vom Kriege, 1818-1830) με το γνωστό σύνθημα: «Ο πόλεμος δεν είναι άλλο παρά μια προέκταση της πολιτικής». Υπενθυμίζω τη χαμένη μετάφραση του βασικού εγχειρίδιου Στρατιωτικών Εγκόλπιων (Kur β er Begriff aller Militarischen Operationen… Wienn, 1743) του Von Khevenhüller (1683-1744) από τον Ρήγα Βελεστινλή και την αναφορά για το ζήτημα στην Ελληνική Νομαρχία (1806), στην έκδοση του Γ. Βαλέτα (Αθήνα 19824: 78). Γενικά για τον Αγώνα, βλ. Χ. Παπασωτηρίου. Ο Αγώνας για την Ελληνική Ανεξαρτησία. Πολιτική και στρατηγική των Ελλήνων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, 1821-1832, Αθήνα 1996.

[7] Πρβλ. C. Franco Rubio, «Militares ilustrados y prácticas de sociabilidad», Revista de Historia Moderna. Ejércitos en la Edad Moderna, Anales de la Universidad de Alicante 22 (2004) σσ. 7-86.

[8] Πρβλ. C. Franco Rubio, αυτόθι, σσ. 9-10.

[9]Βλ. Η άποψή μας στο «La Ciudad de los fanariotas» (Πρακτικά του Διεθνούς Συνεδρίου Κωνσταντινούπολη: 550 χρόνια μετά από την πτώση της, Granada , 4-6 Δεκεμβρίου 2003). (Υπό εκτύπωση.)

[10] Πρβλ. D. Dakin, The Unification of Greece , 1770-1923, London 1972 [Η Ενοποίηση της Ελλάδας, 1770-1923, μετάφραση του Α. Ξανθόπουλος, Αθήνα 20015, σσ. 56-62.]

[11] Οι παραπομπές του Μακρυγιάννη είναι από (A): Στρατηγού Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα, (Πρόλογος του Δ. Αβραμόπουλου, εισαγωγή-σχόλεια, επεξηγηματικές σημειώσεις Ιωάννου Βλαχογιάννη, εικόνες από τη συλλογή της Γενναδίου Βιβλιοθήκης), Διαχρονικές Εκδόσεις, Αθήνα, 1997, (ΟΘ): Οράματα και Θάματα, (Εισαγωγή, κείμενο, σημειώσεις Α.Ν. Παπακώστα, πρόλογος Λ. Πολίτη), ΜΙΕΤ, Αθήναι 1983; 19852.

[12] Πρβλ. Χ. Παπασωτηρίου, αυτόθι, σσ. 63 κ. εξ.

[13] Άρθρα 1 και 34 των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και σχετικά με τις ενόπλες δυνάμεις του κράτους τα άρθρα 54 (γ, στ, θ), 55 (α-δ, ζ, θ-ια, ιγ-ιε), 70, 107-114, 118-121 του Συντάγματος, και για πρακτικά στοιχεία του ελληνικού στρατού το «Παράρτημα». Βλ. Rigas de Velestino, Los escritos revolucionarios- Τα Επαναστατικά. Pról. de D. Karamberópulos, Atenas 2005.

[14] Βλ. Ρήγας Βελεστινλής, Η Χάρτα της Ελλάδος του Ρήγα, Επιμ. Έκδοση του Δημ, Καραμπερόπουλου, Αθήνα 1998.

[15] Όσο στην β΄ εικόνα του Ζωγρφάφου «Πτώσις της Κωνσταντινουπόλεως» με την εξής σημείωση του Μακρυγιάννη: «12. Μετά πολλούς αιώνας Ρήγας ο Βελεστινλής σπείρει τόν σπόρον της ελευθερίας εις τους ΄Ελληνας και τους ενθαρρύνει, οδηγών αυτούς τον τρόπον της απελευθερώσεώς των», τόσο στα γραπτά του: «Εδώ εις Αθήνα ήρθε ένας πρωτοεταιρίστας Λούκας Λιονταρίδης, πορκομμένος άνθρωπος. Πιαστήκαμεν φίλοι. Τον ρώτησα δια τον πατέρα της λευτεριάς μας, τον μακαρίτη Ρήγα Βελεστίνο, πως προδόθη. Αφού τον πρόδωσαν και σκοτώθη, τότε ο Σουλτάνος πρόσταξε τον μακαρίτη Πατριάρχη και τόδωσε ο,τι κατήχησες τόχαν δώση, όπου ήταν του Ρήγα, και του είπε ν’αφορίση αυτόν και τους οπαδούς του» (σελ. 352).

[16] Βλ. Απ. Βακαλόπουλος, Τά Ελληνικά στρατεύματα του 1821. Οργάνωση, ηγσία, τακτική, ήθη, ψυχολογία, Θεσσαλονίκη 1948, Π. Ροδάκη, Κλέφτες και αρματολοί. Η ιστορικοκοινωνική διαμόρφωση του Ελληνικού χώρου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, 2 τ., Αθήνα 1999, 19961, και M. Castillo Didier, Poes í a heroica griega, Santiago de Chile 1993, σελ. 17. Επίσης, Ι. Θ. Κακριδη, «Αρχαίοι Έλληνες και Έλληνες του ΄21», Φως Ελληνικόν, Αθήνα 1965, σσ. 73-100.

[17] Βλ. Τό Απομνημόμευμα. Επιμ. Γ. Π. Κορνούτου, Αθηναι, χ.χ.

[18] Βλ. Θ. Κ. Κολοκοτρώνη, Διηγήσις συμβάντων της Ελληνικής φύλης από τά 1770 έως τά 1836. Φωτομηχανική επανέκδοση (εκ της α΄ εκδόσεως). Εισαγωγή, ευρετήριον, επιμέλεια Τ. Αθ. Γριτσόπουλου, Αθήναι 1981. Επίσης ο στοχασμός για αυτόν του Γ. Βλαχογιάννη, Κλέφτες του Μοριά. Μελέτη ιστορική από νέες πηγές βγαλμένη, 1715-1820, Αθήνα 1935, σσ. 8-12.

[19] Πρβλ. T Blanning (ed.), The Eighteenth Century, Oxford 2000 [Historia de Europa Oxford . El siglo xviii, Europa 1688-1815, Barcelona 2002, σσ. 197-228].

[20] Βλ. E. J. Hobsbawn, Bandits, London 1969; 1974r[Bandidos, Barcelona 1976].

[21] Βλ. Ιστορία της οργανώσεως του Ελληνικού στρατού , 1821-1954, Γενικόν Επιτελείον Στρατού, Αθήνα 1957 και A History of the Η ellenic Army, 1821-1997, Hellenic Army General Staff, Athens 1999.

[22] Πρβλ. Σύντομος πραγματεία περί καταλληλοτέρου σχηματισμού του ελληνικού τακτικού στρατού, υπό Γεωργίου Σ. Πρατσικού Υπολοχ. του Μηχανικού, ιππότου κ.τ.λ., Αθήνα 1856, σελ. β΄.