Titelbild der EENS

Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών

Γ΄ συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών

Elena Sartori

Περιοδικό Το 3ο Μάτι: σημασιολογικές παρατηρήσεις στον τίτλο

Το 3ο Μάτι υπήρξε ένα βραχύβιο περιοδικό: από τον Οκτώβριο του 1935 μέχρι τον Αύγουστο του 1937 κυκλοφόρησαν τα 12 τεύχη, τα οποία από το δεύτερο τεύχος άρχισαν να παρουσιάζονται σε ενότητες, αφιερωμένες σε συγκεκριμένα θέματα: διπλό τεύχος «Φύση, θέμα, τοπίο», τριπλό λογοτεχνικό και εξαπλό τεύχος με θέμα «Ο νόμος του αριθμού στη φύση και στην τέχνη». Στην σύνταξή του συνεργάστηκαν ο Δημήτρης Πικιώνης, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίας, ο Στρατής Δούκας (διευθυντής των τευχών 1-5), ο Σπύρος Παπαλουκάς, ο Σωκράτης Καραντινός, ο Τάκης Παπατσώνης, ο Μιχάλης Τόμπρος, ο Άγγελος Θεοδωρόπουλος.

Κατ’ αρχήν, θα θέλαμε να αιτιολογήσουμε την επιλογή του θέματος. Η μελέτη των τίτλων των περιοδικών παρουσιάζει ενδιαφέρον για μερικούς λόγους. Πρώτον, ο τίτλος αντιπροσωπεύει την έκδοση και, στην περίπτωση που χαρακτηρίζεται από σαφήνεια, προετοιμάζει τον αναγνώστη, προϊδεάζοντας τον ως προς το ύφος, τις προθέσεις, την ιδεολογία κ.τ.λ.. Δεύτερον, αντανακλά, αναγκαστικά, τις προσδοκίες των υποτιθέμενων αναγνωστών. Και τρίτον, υποδηλώνει τις γενικότερες τάσεις στο γραμματολογικό και ευρύτερο πολιτισμικό πεδίο.
Ας περιοριστούμε παραδειγματικά στη δεκαετία του ’30 και στους τίτλους που αναφέρονται στο βιβλίο του Αλέξανδρου Αργυρίου «Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του μεσοπολέμου (1918-1940)». Για την περίοδο 1931 – 1933, ο Aργυρίου «περιδιαβάζει» τα εξής περιοδικά: Πρωτοπόροι και Νέοι Πρωτοπόροι, Ο Κύκλος, Ρυθμός, Ιδέα, Νέα Ζωή, Νέα Εστία, Λυτρωμός, Ο Νουμάς, Νέα Επιθεώρηση, Μακεδονικές Ημέρες, Σήμερα. Για την περίοδο 1934-1935, εξετάζει τα εξής, εκτός των προαναφερθέντων: Ελληνικά Φύλλα, Το Τρίτο Μάτι, Νεοελληνικά Γράμματα, Τα Νέα Γράμματα. Ενώ για την περίοδο 1936-1940 εξετάζει τα περιοδικά Κρητικές Σελίδες, Νεοελληνική Λογοτεχνία, Τα Προπύλαια, Το Νέον Κράτος, Η Νέα Εποχή, Ιόνιος Ανθολογία, Κυπριακά Γράμματα και Πάφος. Αυτά τα περιοδικά αναφέρονται ως λογοτεχνικά.

Από την άλλη, η Έλενα Χαμαλίδη στο άρθρο «Εικαστικός περιοδικός τύπος της δεκαετίας του ’30»[1] μιλάει για τα περιοδικά 20ος Αιώνας, Το Τρίτο Μάτι και Τέχνη, σημειώνοντας, ότι από τις αρχές του αιώνα είχαν προηγηθεί μόνο δύο περιοδικά τέχνης και λόγου – Πινακοθήκη και Καλλιτέχνης.

Ήδη απ’ αυτή τη μικρή λίστα μπορούμε να συμπεράνουμε πως κυριαρχούν οι τίτλοι που λειτουργούν ως προσδιορισμοί του τόπου έκδοσης (εδώ θα μπορούσαμε να εντάξουμε και τον τίτλο 20ος Αιώνας, δηλαδή, «στον 20ο αιώνα»), καθώς και εκείνοι που λειτουργούν εξειδικευτικά και ιδεολογικά. Πρέπει να παρατηρήσουμε επίσης, ότι οι αναφορές στην αρχαιοελληνική μυθολογία και πολιτισμό στα νεοελληνικά συμφραζόμενα αντιστοιχούν κυρίως στις παραπάνω λειτουργίες, αν και χρησιμοποιήθηκαν λ.χ. από τους ρομαντικούς και συμβολιστές άλλων χωρών, για να ανακαλέσουν πολιτισμικούς συνειρμούς, αλλά και επειδή παρέχουν ελαστικότητα στον χειρισμό της ύλης. Μία εξαίρεση αποτελεί ο τίτλος Ο Νουμάς, ψευδώνυμο του γνωστού εκδότη του περιοδικού Δ. Ταγκόπουλου.

Μια άλλη λειτουργία του τίτλου είναι να διακοσμήσει, να δώσει στο περιοδικό έναν προσωπικό χαρακτήρα. Από αυτήν την άποψη στην παραπάνω λίστα ξεχωρίζει ο «ασαφής» τίτλος Το Τρίτο Μάτι – ο οποίος δεν μας προσδιορίζει καθόλου, δεν δίνει καμία πληροφορία για το περιεχόμενο του περιοδικού. Εφ’ όσον ο τίτλος ενός περιοδικού διατηρεί την ιδιότητα της αυθυπαρξίας του, θα ξεκινήσουμε από την καθ’ αυτή λεκτική ενότητα «το τρίτο μάτι».

Το πρώτο που διακρίνουμε εδώ είναι το ότι δεν πρόκειται για τον «οφθαλμό», αλλά για το «μάτι» - μια λέξη ευρείας χρήσης, η οποία, εκτός από την κυριολεκτική της χρήση, έχει πολλές μεταφορικές σημασίες και υπάρχει επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Η λέξη αυτή εμφανίζεται σε έναν «παράλογο» συνδυασμό – με το αριθμητικό επίθετο «τρίτο», και με το οριστικό άρθρο. Ως αποτέλεσμα, δημιουργείται μια φανταστική εικόνα, μια οντότητα, η οποία λειτουργεί εμβληματικά. Εντούτοις, αν και πρόκειται για το σημασιολογικό πεδίο της όρασης, ούτε η «εικαστική», ούτε κάποια άλλη υπόσταση του περιοδικού δηλώνεται αμέσως.

Ο Ρώσος φιλόσοφος Α.Φ. Λόσεφ, στο βιβλίο του «Το πρόβλημα του συμβόλου και η ρεαλιστική τέχνη» γράφει, ότι το έμβλημα είναι ένα σημείο καθορισμένο με ακρίβεια, είναι συμβατικό, αλλά, παρά την συμβατικότητά του, είναι σημείο κοινώς αναγνωρίσιμο, είτε με την ευρύτερη, είτε με την πιο στενή σημασία· το δε κύριο χαρακτηριστικό του συμβόλου είναι να μπορεί να λειτουργεί, αντίθετα από το έμβλημα, σε μια συνεχή σειρά ξεχωριστών και επί μέρους σημασιών. Επομένως, αφού «το τρίτο μάτι» δεν αποτελούσε εκείνη την εποχή ένα «κοινώς αναγνωρίσιμο σημείο», και ως τέτοιο (δηλαδή ως παραπομπή στον εκλαϊκευμένο μυστικισμό) θα λειτουργούσε μάλλον προκλητικά, πρόκειται για ένα σύμβολο, το οποίο επιτρέπει πολλαπλές ερμηνείες. Το ερώτημα όμως είναι, ποια απ’ αυτές θα επικρατούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Στο αρχείο του Χατζηκυριάκου-Γκίκα υπάρχουν προσχέδια για το εξώφυλλο του περιοδικού. Σε φύλλα μεγέθους Α5 βρίσκουμε σχέδια για τους εξής τίτλους:

  • Οι 5 αισθήσεις, με τον υπότιτλο «μηνιαίο καλλιτεχνικό και φιλολογικό περιοδικό μάχης»· σε μορφή τόξου αναγράφονται τα θέματα – αρχιτεκτονική, ζωγραφική, γλυπτική, μουσική, ποίηση, θέατρο, σκηνοθεσία, κινηματογράφος, λαογραφία, ψυχανάλυση, ζωή
  • Στοιχεία, με τον υπότιτλο «μηνιαίο περιοδικό μάχης», από κάτω καταλογίζονται θέματα – αρχιτεκτονική, τέχνη... (η πρώτη γραμμή είναι δυσανάγνωστη· απουσιάζουν διάστιχα μεταξύ των λέξεων, όπως σε μεσαιωνικά χειρόγραφα), λαογραφία, μουσική, ποίηση, χειροτεχνία, ρυθμοί, σκηνογραφία, γράμματα, επιστήμη
  • μία πρόταση γεωμετρικού χαρακτήρα είναι ο τίτλος Αναλογίες, με την υπογραφή «καλλιτεχνία - γράμματα», και τον κατάλογο θεμάτων: αρχιτεκτονική, βιολογία, γράμματα, διακοσμητική, επιστήμη, ζωή, ηθογραφία, θέατρο, ιδέες, κινηματογράφος, λαογραφία, μουσική, νέα, ποίηση, σκηνογραφία, τέχνη· στο πλάι αναγράφεται: «αρ. 3 κάθε μήνα, Μάιος»· από αυτό μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας δούλευε αυτά τα σχέδια τον Μάιο του 1935. Σε αυτό τον μήνα χρονολογείται επίσης το πρώτο γράμμα του Δούκα προς τον Πεντζίκη από το βιβλίο «Μαρτυρίες και κρίσεις»
  • λιγότερα πρωτότυπος είναι ο τίτλος Θέματα, «μηνιαίο περιοδικό μελέτης και μάχης», με θέματα αρχιτεκτονική – ζωγραφική – γλυπτική – διακοσμητική – γράμματα – ιδέες – λαογραφία – θέατρο – κινηματογράφος – ποίηση –σκηνογραφία – μουσική – ρυθμός
  • στη λογική του προηγούμενου τίτλου σχεδιάστηκε ο τίτλος Λόγος, «μηνιαία καλλιτεχνική και φιλολογική έκδοσις», με θέματα: αρχιτεκτονική – ζωγραφική – γλυπτική – διακοσμητική – γράμματα – ιδέες – λαογραφία – θέατρο – κινηματογράφος – ποίηση – σκηνογραφία – μουσική – ρυθμός – ψυχανάλυση
  • στο επόμενο φύλλο απλώς αναγράφονται τίτλοι δίχως σχέδια: Το απλό και το σύνθετο, Κίνησις, Κίνησις (προς και κατά), Το λουτρόν της Αφροδίτης, Σημάδι, Σκοποβολή Ιδεών
  • μία εντυπωσιακή πρόταση είναι ο τίτλος Το ΑΒ., «μηνιαία καλλιτεχνική και φιλολογική έκδοσις διευθυντής Στρατής», από κάτω, σε έξι γραμμές με αλφαβητική σειρά και με κεφαλαία αρχικά γράμματα αναγράφονται τα θέματα: αρχιτεκτονική, βιολογία, γράμματα, διακοσμητική, επιστήμη, ζωή, ηθογραφία, ιδέες, κινηματογράφος, λαογραφία, μουσική, νέα, (η λέξη με Ξ είναι δυσανάγνωστη), οργάνωση, ποίηση, ρυθμός, σκηνογραφία, τέχνη, υποθέσεις, φύση, χειροτεχνία, ψυχανάλυση, ωραιότης· το γράμμα Θ απουσιάζει ενδεχομένως τυχαία
  • κάτω και πλάι του τίτλου Βήματα, τα θέματα αναφέρονται σε μορφή σκαλοπατιών, το ένα κάτω και λίγο πέρα από το άλλο: αρχιτεκτονική, ζωγραφική, γλυπτική, ποίηση, θέατρο, σκηνογραφία, κινηματογράφος, λαογραφία, μουσική, ψυχανάλυση, ρυθμός, ζωή – με τρεις τελείες στο τέλος
  • η αλφαβητική λίστα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του θεάτρου, συνοδεύει τον τίτλο Ψηφία, «μηνιαίον καλλιτεχνικόν και φιλολογικ.»
  • ακόμα πιο ιδιότυπος είναι ο τίτλος Συν και Πλην, με θέματα αρχιτεκτονική – ζωγραφική – γλυπτική – ποίηση – ζωή – θέατρο – σκηνογραφία – κινηματογράφος – λαογραφία – μουσική – ψυχανάλυση – ρυθμός – σύγχρονα ζητήματα· ο υπότιτλος είναι «περιοδικό μηνιαίο και ανεξάρτητο»
  • ο τίτλος Τα κάγγελα, συνοδεύεται από ζωγραφιές κάγκελων και τους υπότιτλους: «περιοδικόν μηνιαίον και ανεξάρτητον», «Είναι καιρός να τοποθετήσουμε μερικά κάγγελα, προς χάριν τον παιδιών»
  • πιο μοντέρνα από την άποψη τυπογραφίας είναι η πρόταση Ρυθμοί· αριστερά του τίτλου στα δύο τετράγωνα τοποθετούνται οι υπότιτλοι: «περιοδικό μηνιαίο ανεξάρτητο Διευθυνσις Στρατή Δούκα γραφεία οδός Στουρνάρα» και «τέχνες, γράμματα, θέατρον, λαογραφία»
  • και τέλος, σε ένα φύλλο αναγράφονται με παρόμοιες γραμματοσειρές οι τίτλοι: Αριθμοί με υποσημείωση «καμπύλες, σχέδια», Φραγμοί, Σοβαρά παιχνίδια.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ο τίτλος μέσα στην αναγγελία του περιοδικού – Το 3ο μάτι, «μηνιαία έκδοση κουλτούρας και τέχνης», με θέματα: νέα τέχνη, λαϊκή τέχνη, αρχαία τέχνη, αρχιτεκτονική, ζωγραφική, γλυπτική, ποίηση, λογοτεχνία, φιλοσοφία, θέατρο, εθνολογία, κριτική, καθώς και ο οριστικός τίτλος Το 3ο Μάτι, «έκδοση πνευματικής καλλιέργειας και τέχνης» με θέματα: μουσική, τέχνη, ποίηση, θέατρο, εθνογραφία, νέοι, φιλοσοφία, είναι ο πιο αφηρημένος τίτλος και εντούτοις δεν χρειάζεται επεξηγήσεις όπως λ.χ. ο τίτλος Τα κάγγελα.

Στην αναγγελία δημοσιεύεται το κείμενο «Τι εννοούμε», το οποίο με μικρές αλλαγές αναδημοσιεύεται και στο πρώτο τεύχος του περιοδικού. Εκεί ο τίτλος αιτιολογείται με τον εξής τρόπο: «Όταν πρόκειται για τέχνη, και γενικότερα, όταν πρόκειται να βγει κανείς απ’ το τετριμμένο, τους κοινούς τόπους της καθημερινής ζωής, χρειάζεται μια δυνατότερη, νέα, δραματικότερη ΟΡΑΣΗ. Χρειάζεται ένα ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ»[2]. Αυτός ο ορισμός μας φαίνεται μάλλον συμβατικός και ειρωνικός, με δραματική έννοια, δηλαδή με ασυμφωνία ανάμεσα σε ό,τι θα περίμενε κανείς να δει και σε ό,τι ακολουθεί στην πραγματικότητα. Επιτυγχάνει την απομυθοποίηση και την εξατομίκευση του συμβόλου – πράγμα που αντιλέγει στις προθέσεις και απόψεις των εκδοτών, όπως αυτές εκφράζονται στο εισαγωγικό άρθρο και την «Δευτερολογία», καθώς και στην ίδια την ύλη του περιοδικού.
Έτσι τα δύο προλογικά κείμενα, ανεξάρτητα από τον παραπάνω ορισμό, μπορούν να ιδωθούν σαν εκτενείς επεξηγήσεις της χρήσης του συμβόλου. Το «τρίτο μάτι», λοιπόν, μπορεί να εκληφθεί ως «τρίτη ματιά», δηλαδή - νέο κριτήριο, εμπειρία, επανεξέταση, διαφώτιση, αναίρεση των αντιθέσεων, ως διαλεκτική μέθοδος της σύνθεσης του περιοδικού, ως αποστασιοποίηση από τις γλωσσικές και ιδεολογικές διαμάχες, κ.τ.λ.. Αλλά όλοι αυτοί οι έσωθεν χαρακτηρισμοί δεν αποσαφηνίζουν, δεν δίνουν κάποια ολοκληρωμένη εικόνα για το τι σημαίνει «το τρίτο μάτι». Γι’ αυτό θα ήταν ωφέλιμο να δούμε αυτό το σύμβολο μέσα σε ένα ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο.

Στις «Μαρτυρίες και κρίσεις» του Στρατή Δούκα η ιστορία του περιοδικού παρουσιάζεται μέσα από την αλληλογραφία του με τον Νίκο-Γαβριήλ Πεντζίκη. Ο τίτλος Τρίτο Μάτι εμφανίζεται εκεί για πρώτη φορά μόνο στο τρίτο γράμμα (από τις 24 Ιουλίου 1935), ενώ στο δεύτερο, το περιοδικό αναφέρεται ως «νέο». Ο βιογράφος του Δούκα Τάσος Κόρφης μας πληροφορεί, ότι η δεύτερη συνάντηση της συντακτικής ομάδας του σχεδιαζόμενου περιοδικού έγινε στο σπίτι του Χατζηκυριάκου-Γκίκα: «Στη δεύτερη αυτή συνάντηση ήταν και η γυναίκα του Χατζηκυριάκου-Γκίκα, που σε δική της πρόταση οφείλεται και ο τίτλος του περιοδικού "Το 3ο Μάτι"»[3]. Το ίδιο ισχυρίζεται και ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας στο δοκίμιο «Οι πολλαπλές γνώσεις του Πικιώνη»[4].

Σύζυγος του Χατζηκυριάκου-Γκίκα ήταν η Αντιγόνη (Τίγκη) Μπούμπουλη, το γένος Κοτζιά, καλλιτέχνης και ποιήτρια. Γνωρίστηκαν στο Παρίσι το 1925 και έζησαν εκεί ως το 1934. Την ίδια εποχή στους καλλιτεχνικούς κύκλους της πόλης αυτής, και γενικότερα στην Eυρώπη, είναι γνωστό το ενδιαφέρον για τις μυστικές παραδόσεις της Ανατολής. Aυτό ακριβώς μας επιτρέπει να εξετάσουμε τον τίτλο από μια διαφορετική σκοπιά.
Η έννοια του τρίτου ματιού απαντιέται σε τουλάχιστον δύο πολιτισμικές παραδόσεις – στην αιγυπτιακή και την ινδική. Την πρώτη την υιοθέτησε η θεοσοφία: είναι «το μάτι του Ώρου», το οποίο κρατάει στο χέρι του ο Θωθ ή, κατά την αρχαιοελληνική εκδοχή, ο Ερμής ο Τρισμέγιστος, ο δημιουργός των αριθμών, ο θεός της σοφίας, της γεωμετρίας και της αστρονομίας. Αυτή η θεοσοφική ερμηνεία συγκοινωνεί και με τους τίτλους του Χατζηκυριάκου-Γκίκα που αναφέρονται στα μαθηματικά και, βέβαια με τον υπότιτλο και το υλικό του τελευταίου εξαπλού τεύχους του περιοδικού «Ο νόμος του αριθμού στη φύση και στην τέχνη». Όμως στην Ελλάδα του ’30, ακόμα και αν υπήρχαν κάποιοι που είχαν υπ’όψη τους αυτό το σύμβολο, μια τέτοια ερμηνεία δεν θα μπορούσε να είναι επαρκής. Οι θεοσοφικές ιδέες που εκφράστηκαν π.χ. από τον Κοσμά Πολίτη, παρέμεναν γρίφος μέχρι που αποκαλύφθηκαν από τη Νόρα Αναγνωστάκη[5].

Στην ινδική παράδοση, ένα από τα επίθετα του ινδουιστικού θεού Σίβα είναι «τρισόφθαλμος». Ο Βούδας έχει το τρίτο μάτι, και τελικά, το έχει ο κάθε άνθρωπος, όμως συνήθως απενεργοποιημένο, ανάμεσα στα φρύδια. Αυτό το τρίτο μάτι σχετίζεται με τις ικανότητες της ενόρασης και της διαίσθησης. Μολονότι στην Ελλάδα υπήρξε ενδιαφέρον για τον ινδικό πολιτισμό, όπως στο έργο του Δημήτρη Γαλανού ή του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, η εικασία ότι η ομάδα του περιοδικού ήθελε να στρέψει τη σκέψη των αναγνωστών προς τις Ινδίες, μας φαίνεται υπερβολική. Άλλωστε στα προσχεδιάσματα του Χατζηκυράκου-Γκίκα αναφέρονται μόνο οι πέντε αισθήσεις, ενώ η ενόραση παραδοσιακά θεωρείται έκτη.
Την εικόνα του «άλλου ματιού» χρησιμοποιεί ο Hölderlin, μιλώντας για τον Οιδίποδα σε ένα από τα ύστερα ποιήματά του, στη συνέχεια τη χρησιμοποιεί ο Martin Heidegger μιλώντας για την ουσία της ποίησης και τον «ποιητή του ποιητή» Hölderlin.

Η ενόραση αποτέλεσε την κεντρική έννοια της φιλοσοφίας του Henri Bergson, η οποία σφράγισε την κουλτούρα του εικοστού αιώνα. Οι αναφορές στην έννοια ρυθμός, μέσα στους τίτλους του Χατζηκυριάκου-Γκίκα και σε πολλές συνεργασίες του 3ου Ματιού μας επιβεβαιώνουν τη σημασία του κειμένου του Bergson με θέμα τον ρυθμό στην τέχνη, που δημοσιεύεται στο διπλό τεύχος του περιοδικού. Γράφει ο Bergson: «Στις μεθόδους της τέχνης, θα ξαναβρεί κανείς, όχι τόσο σε έντονη μορφή, ραφιναρισμένες και κάπως πνευματικοποιημένες, τις μεθόδους με τις οποίες πετυχαίνεται συνήθως η κατάσταση της ύπνωσης»[6], και παρακάτω μιλά για τον ρυθμό στη μουσική, την ποίηση, τις πλαστικές τέχνες και την αρχιτεκτονική. Η αναφορά στην ύπνωση και το συμπέρασμα του Bergson, ότι η φύση προχωρεί με υποβολή, καθώς η τέχνη, αλλά δε διαθέτει ρυθμό, μας οδηγούν στη μεγάλη επινόηση της μοντέρνας εποχής – το υποσυνείδητο. Άλλωστε, αναφορές στην ψυχανάλυση υπήρξαν στην πιθανή θεματολογία της έκδοσης, όπως φαίνεται από τα προσχεδιάσματα του Χατζηκυριάκου-Γκίκα.

Στο δοκίμιο «Το τρίτο μάτι: το φως ανάμεσα στην φιλοσοφία και την ψυχανάλυση», ο σύγχρονος Tony Brachet, ο εκπρόσωπος της «μη-φιλοσοφίας», αναφέρεται στην σπηλιά του Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, ο οποίος θα πρότεινε ένα «τρίτο μάτι» για να ξεπεραστεί το πλατωνικό δίλημμα, αναφέρεται επίσης στο «μάτι» (όχι το «βλέμμα») που κατά τον Fichte είναι η θεωρία, και σε πολλές άλλες στιγμές της ιστορίας της φιλοσοφίας, οι οποίες τον οδηγούν στον ισχυρισμό: «Aυτό το τρίτο μάτι υπάρχει. Δεν είναι πια, όπως θα δούμε, φιλοσοφικής τάξης, αλλά ούτε και οπτικής… Tο τρίτο μάτι είναι η ακρόαση. H τέχνη του είναι η μουσική, που ο Bερντιλιόνε χαρακτηρίζει τέχνη του φωτός. Πράγματι, η μουσική φωτίζει το σχίσμα του κάτοπτρου και του βλέμματος και επιτρέπει να αντιληφθούμε τον δυϊσμό τους. Eισάγει μέσα τους τον χρόνο. H μουσική είναι η σιωπή μέσα στον λόγο»[7].

Αυτόν τον ορισμό του «τρίτου ματιού», μες στον συσχετισμό του με τη μουσική, τον ρυθμό ή την αρμονία, προοιωνίζει, κατά τη γνώμη μας, ο τίτλος του περιοδικού Το 3ο Μάτι. Εν κατακλείδι, θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε, ότι η επιλογή ενός τέτοιου τίτλου υποδηλώνει μια απόπειρα θεμελίωσης της «νεομυθολογικής» συνείδησης, μίας από τις σημαντικότερες διανοητικές τάσεις του 20ου αιώνα - από τον συμβολισμό έως και τον μεταμοντερνισμό, και στη στάση αυτή εντοπίζεται ο νεωτερικός ρόλος του περιοδικού.

 

 

[1] Έλενα Χαμαλίδη, «Εικαστικός περιοδικός τύπος της δεκαετίας του ’30», Ο περιοδικός τύπος στον μεσοπόλεμο, Εταιρία νεοελληνικού πολιτισμού και γενικής παιδείας, 2001, σσ. 235-250.

[2] Το 3ο Μάτι, σ. 3.

[3] Τάσος Κόρφης, Βιογραφία του Στρατή Δούκα, Αθήνα, 1988, σ.133.

[4] Γράμματα Δημήτρη Πικιώνη - Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 1996, σ. 77.

[5] Νόρα Αναγνωστάκη, «Κοσμάς Πολίτης», Διαδρομή: δοκίμια κριτικής (1960 - 1995), εκδ. Νεφέλη, 1995, σσ. 277-345.

[6] Το 3ο Μάτι, σ. 44.

[7] «Ce troisième œil existe. Il n’est plus, nous le verrons, de l’ ordre de la philosophie, ni de la vision… Le troisième œil est l’ écoute. Son art est la musique, que Verdiglione qualifie d’ art de la lumière. En effet la musique illumine la schize du miroir et du regard et permet d’en apercevoir la dualité: elle y intoduit le temps. La musique est le silence dans la parole». Tony Brachet, «Le troisième oeil: la lumière entre philosophie et psychanalyse», Cercles, No. 1 (2000), pp. 32-35.