Titelbild der EENS

Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών

Γ΄ συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών

Παναγιώτου Φ. Χριστοπούλου

Ἡ θέση τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια καὶ τοῦ Νικολάου Σπηλιάδη μέσα στὴν κίνηση Φωτισμοῦ τῶν Ἑλλήνων.

 Ναί, εἰς τὴν σοφὴν Εὐρώπην, ἀλλ’ὄχι ἀκόμη ἀρκετὰ παιδευμένην, ἀνέκραξε κάποια στιγμὴ ὁ  ὑπεράγαν ἀπαιτητικὸς Κοραῆς, ἐκτιμώντας ἀπὸ τὸ σπουδαστήριό του τοῦ Παρισιοῦ ὅσα συνέβαιναν στὴ Δύση στὸν καιρό του.[1] φωτισμένη Εὐρώπη, ὅμως,  περιέκλειε ἀρκετὲς δυνάμεις, ὥστε νὰ ἀναπτύξει προοδευτικῶς ἕνα τόσο σπουδαῖο πνευματικὸ κίνημα, ὅπως ὁ διαφωτισμός, ποὺ ἄλλαξε τὴ μορφή της καὶ τὴ ζωή της·  ποὺ ὑπῆρξε καὶ ἡ πρώτη παγκοσμίου ἐμβελείας πνευματικὴ καὶ ἐπιστημονικὴ κίνηση μετὰ τὴν Ἀναγέννηση.
 
Ὁ ἀντίλαλος τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως ἔφθασε  ἐντονώτερος στὸν ἑλληνικὸ χῶρο λόγῳ τῶν φιλελευθέρων πολιτικῶν συνθημάτων της. Ἡ διακήρυξις τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ πολίτου ἀνερρίπισε τὰ ὄνειρα καὶ τὶς ἐλπίδες τῶν ὑπὸ ἐπονείδιστον ζυγὸν Ἑλλήνων. Τὸ κίνημα ἔφθασε στοὺς Ἕλληνες ὡς πολιτικὸ καὶ ἐπιστημονικό. Ἡ ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία μεριμνοῦσε κατὰ τὸ δυνατόν γιὰ τὴν παιδεία καὶ ἀπὸ κληρικοὺς, μὲ πρωτοπόρους προσωπικότητες ὅπως  ὁ Εὐγένιος Βούλγαρις, προῆλθε καὶ ἣ σοβαρώτερη προσέγγιση πρὸς τὸν διαφωτισμό. Ἔν τινι μέτρῳ, ὡς πρὸς τὴν παιδεία, ὁ διαφωτισμὸς ὑπῆρξε καὶ αὐτοφυὴς παρ’ἡμῖν. Δὲν θὰ μποροῦσε ἄραγε νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ἀνήκει στὸ κλῖμα αὐτὸ ὁ μοναχὸς καὶ πρίγκιψ τῶν νεομαρτύρων Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ποὺ σκόρπισε κάποιες ἑκατοντάδες σχολεῖα ἀνὰ τὴ βόρεια Ἑλλάδα;

Ὁ διαφωτισμὸς εἶχε τὴν ἰδιοτυπία του μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων. Παρ’ὅλα ὅσα λέγονται γιὰ τὴν ἀρνητικὴ στἀση τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχει τὴν ἐξήγησή της, νομίζω ὅτι θὰ ἦταν καταλληλότερος γιὰ μᾶς ὁ ὅρος Φωτισμός, ἀντὶ τοῦ ἑλληνικὸς διαφωτισμός, ποὺ σημαίνει τὴ  μετακένωση τῆς ὀρθολογικῆς εὐρωπαϊκῆς κινήσεως στὸν ἑλληνικὸ χῶρο.  

Ὁ λόγος τώρα ἀφ’ ἑνὸς περὶ τοῦ Κυβερνήτου Καποδίστρια, μεριμνήσαντος διὰ βίου περὶ παιδείας καὶ ἐργασθέντος φιλοτίμως γιὰ τὰ ἰδανικὰ τοῦ φωτισμοῦ,
καὶ ἀφ’ ἑτέρου περὶ τοῦ ἐπέχοντος θέσιν πρωθυπουργοῦ ἐπὶ Καποδίστρια καὶ ἱστορικοῦ  Νικολάου Σπηλιάδη, ὡς μεταφραστοῦ σπουδαίων νεωτερικῶν τότε ἔργων. Οἱ μεταφράσεις ὑπῆρξαν ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον ἔντονα  χαρακτηριστικὰ  τοῦ φωτισμοῦ.

Γέννημα ἀπροσδόκητο τοῦ ἠφαιστειώδους  ιη’ αἰῶνος ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας, γεννήθηκε τὸ 1776, καὶ ἀνδρώθηκε στὴν  Κέρκυρα, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν ἑλκυστικῶν κηρυγμάτων τοῦ  διαφωτισμοῦ, ὅπως  διαμορφώθηκε ἰδίως στὴ Γαλλία καὶ διεσπάρη στὸν τότε εὐρωπαϊκὸ κόσμο, ἀρχικῶς ὡς πνευματικὸ κίνημα, ὡς ἔξοδος  τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἀνωριμότητα, κατὰ τὸν Kant, καὶ κατόπιν ὡς πολιτικὸ δόγμα. Ἡ ὁλοκλήρωση ὅμως τῆς προσωπικότητος τοῦ Καποδίστρια, ὡς ἐπιστήμονος καὶ διανοουμένου, ἔγινε στὴν Πάδοβα, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἐκεῖ σπουδῶν του.

Τὰ χρόνια αὐτὰ εἶναι περίοδος μεγάλων, κοσμογονικῶν κυριολεκτικῶς, ἀναστατώσεων γιὰ τὴν Εὐρώπη. Φυσικὰ ἡ Ἑπτάνησος καὶ ὁ Καποδίστριας προσωπικῶς περιδινίζονται μέσα στὶς συνεχῶς μεταβαλλόμενες  στρατιωτικὲς καὶ πολιτικὲς συνθῆκες ἐπὶ διεθνοῦς ἐπιπέδου, συνθῆκες, ὅμως, ποὺ δίνουν τὴν  εὐκαιρία νὰ ἀναδειχθοῦν, ἐν τῇ πράξει, οἱ ἀπεριόριστες ἱκανότητες, ἡ ἐξαιρετικὴ εὐφυῒα,  ἡ πολύπλευρη καὶ πολυδύναμη προσωπικότητά του.

Ὡς ἰατροφιλόσοφος ἐπιστρέφει στὴν Κέρκυρα κατὰ τὰ μέσα  Ἰουνίου τοῦ 1797. Πρὶν ἕνα μῆνα, τὴν 16 Μαΐου, ὑπῆρξε μάρτυς καταλύσεως τῆς γαληνοτάτης Δημοκρατίας τῆς Βενετίας ἀπὸ τὸν Ναπολέοντα. Στὴν Κέρκυρα  βρίσκει τοὺς δημοκρατικοὺς Γαλλους. Ὅταν μετὰ εἴκοσι μῆνες ἐμφανίζονται οἱ Ῥωσότουρκοι, ἡ οἰκογένεια Καποδίστρια συντάσσεται μαζί τους, ἐναντίον τῶν Γάλλων. Ἡ γαλλικὴ φρουρὰ τῆς Κερκύρας συνθηκολογεῖ τὴν 20 Φεβρουαρίου 1799, καὶ τὸ νησὶ περιέρχεται στὴν κατοχὴ τῶν Ῥωσων κυρίως.

 Ὡς ἰατρὸς ἀναλαμβάνει τὴ διεύθυνση τοῦ Ὀθωμανικοῦ Νοσοκομείου Κερκύρας, ἱδρύει τὸν Ἐθνικὸν Ἰατρικὸν Σύλλογον καὶ προβαίνει σὲ ἀνακοινώσεις ἐνώπιον τοῦ Ἰατρικοῦ Κολλεγίου Κερκύρας/ Collegio Medico Corf ù. Ἀλλ' αὐτὸ δὲν διήρκεσε  πολύ.  Τὰ πράγματα τὸν ἔτρεψαν γρήγορα πρὸς ἄλλη κατεύθυνση.

Ὡς γνωστόν, μὲ τὴ συνθήκη Κωνσταντινουπόλεως τῆς 21 Μαΐου 1800, ἱδρύθη, Πολιτεία τῶν Ἡνωμένων Ἑπτὰ Νήσων, ἕνα βραχύβιο αὐτόνομο κράτος, μιὰ ἐλεύθερη ἑλληνικὴ περιοχή, ὑπὸ τὴν ἐπικυριαρχία τοῦ Σουλτάνου καὶ τὴν ἐγγύηση τοῦ Τσάρου. Ἕνα χαρμόσυνο μήνυμα γενναιοτέρων ἐπιτευγμάτων τοῦ νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ.

Σημαντικὸ ρόλο στὴν κατάρτιση τῆς Πολιτείας αὐτῆς, διεδραμάτισε ὁ ὑπὸ διωγμὸν ἐκ μέρους τῶν Γάλλων πατέρας τοῦ Ἰωάννη. Σὲ κεῖνον ἀνετέθη, μαζὶ μὲ τὸν Ζακυνθινὸ Νικόλαο Γραδενῖγο Σιγοῦρο, ὁ διοργανισμὸς τῶν τοπικῶν κυβερνήσεων στὰ ὑπόλοιπα νησιὰ, μὲ πρώτη τὴν Κεφαλλωνιά, ὅπου ἡ κατάσταση ἦταν χαώδης. Ὁ πατὴρ Καποδίστριας, ὡστόσο, ὥρισε ἀντικαταστάτη του τὸν γιό του Ἰωάννη, ποὺ ἔφθασε στὴν Κεφαλλωνιά, μαζὶ μὲ τὸν Σιγοῦρο, τὴν 27 Ἀπριλίου 1801. Ἔμειναν στὸ νησί μέχρι τὴν 25 Αὐγούστου. Ὁ υἱὸς Καποδίστριας ἀνέπτυξε ἔντονη δραστηριότητα, ἔδωσε δείγματα μεγάλης πολιτικῆς ἀρετῆς, διπλωματικῆς ἱκανότητος, τόλμης, ἀποφασιστικότητος, εὐσυνειδησίας καὶ προσωπικῆς ἀκτινοβολίας. Οἱ ἐμπειρίες του ἐκεῖ, ὅπως ὁ ἴδιος ἐξωμολογήθηκε ἀργότερα, ὑπῆρξαν σταθμός γιὰ τή δημοσία ζωή του. Θὰ ξαναπάει στὰ νοτιώτερα νησιὰ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1802, ὅπου σὲ λιγες μέρες  καταστέλλει ἀνταρσίες καὶ χωριστικὲς τάσεις. Ἦταν μόλις 26 ἐτῶν.

Τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1803 διορίζεται Γραμματεύς τῆς Ἐπικρατείας καὶ ἀποβαίνει ἡ πιὸ σημαίνουσα πολιτικὴ προσωπικότητα τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας μέχρι τὸν Μάϊο τοῦ 1806. Δραστηριοποιεῖται κυρίως στὴ διοίκηση, τὰ δημόσια οἰκονομικά, τὶς ἐξωτερικὲς σχέσεις, τὴ ναυτιλία καὶ τὸ ἐμπόριο. Πρῶτο, ὅμως, μέλημά του ἡ παιδεία, στὴν ὁποία δίνει τὴν ψυχή του.

Tὸ Σύνταγμα τῆς Ἑπτανήσου τοῦ 1803, ριζοσπαστικὸ καὶ τολμηρὸ γιὰ τὴν ἐποχή του, διαπνέεται ἀπὸ μιὰν ἔντονη ἑλληνικότητα καὶ ρυθμίζει τὰ πάντα: λατρεία, παιδεία καὶ δημόσια ἐκπαίδευση, καὶ ἱδρύματα Γραμμάτων καὶ Τεχνῶν, ποὺ ὑπόκεινται στὴ Γερουσία. Σαράντα σχολεῖα δημοσίας ἐκπαιδεύσεως ἱδρύονται στὰ νησιά, ἕνα Ἐθνικὸν Γυμνάσιον Ἐπιστημῶν, Γραμμάτων καὶ Ναυτικῆς Τέχνης στὴν Κεφαλλωνιά, μιὰ δημοσία Σχολὴ στὴν Κέρκυρα, στὴν παλιὰ μονὴ Παναγίας τῆς Τενέδου, ὅπου καὶ ἡ δημοσία Βιβλιοθήκη. Καθιερώνεται ἡ ἑλληνικὴ δημώδης γλῶσσα στὰ σχολεῖα καὶ τὶς δημόσιες ὑπηρεσίες. Κοντολογῆς, ὁ Καποδίστριας ὀργάνωσε σὲ πολὺ σύντομο χρονικὸ διάστημα ἕνα μικρὸ ἐθνικὸ ἑλληνικὸ κράτος ὑπὸ τὴν αἰγίδα τῆς Ῥωσίας.

Οἱ εὐρωπαϊκὲς συγκρούσεις τῆς ναπολεοντίου ἐποχῆς καὶ ἰδίως ἡ κήρυξη πολέμου ἐκ μέρους τῶν Τούρκων ἐναντίον τῆς Ῥωσίας (27 Δεκεμβρίου 1806) μεταβάλλουν καιρίως τὴν κατάσταση στὴν Ἰόνιο Πολιτεία. Ὁ Ἀλῆ πασᾶς Τεπελενλῆς στρέφεται ἐναντίον τῆς Λευκάδας.  Ὁ Καποδίστριας ἀναλαμβάνει ὡς ἔκτακτος ἐπίτροπος, ἐντεταλμένος  τὴν ὀχύρωση καὶ τὴν ἄμυνα τοῦ νησιοῦ. Ἐπὶ τρεισήμισυ μῆνες, ἀπὸ 15 Μαΐου μέχρι 31 Αὐγούστου 1807, σήμανε πανελλήνιος συναγερμός, στὸν ὁποῖο ἀνταποκριθῆκαν ἐκτὸς τῶν Νησιωτῶν, οἱ Σουλιῶτες, κι οἱ ὁπλαρχηγοὶ τῆς Ῥούμελης καὶ τῆς Πελοποννήσου, ποὺ διέπρεψαν ἀργότερα κατὰ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Οἱ πολεμάρχοι αὐτοὶ ἔδωσαν στὸν Καποδίστρια τὸν ἀέρα, τὴν αἴσθηση τῆς ἑλληνικῆς λεβεντιᾶς καὶ τοῦ ἀγωνιστικοῦ χαρακτῆρα τῶν Πανελλήνων. Ὁ ἑπτανησιακὸς πατριωτισμός του περιέλαβε πλέον τὸν Ἑλληνισμὸ ἐν τῷ συνόλῳ του.

Μὲ τὴ συνθήκη τοῦ Τιλσὶτ (7 Ἰουλίου 1807) οἱ Ῥῶσοι ἐκχωροῦν τὰ Ἑπτάνησα στοὺς Γάλλους. Ἔτσι τελειώνει τὸ ἑλληνικὸ πανηγύρι τῆς Λευκάδας, ὅπως καὶ ἡ ἑπτανησιακὴ περίοδος τῆς σταδιοδρομίας τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια. Τὴν 15/27 Μαΐου 1808 προσεκλήθη εἰς Ῥωσίαν, διὰ νὰ ἀναλάβῃ ἄλλα καθήκοντα.[2]

Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ παρακολουθήσουμε ἐδῶ τὴν ἰλιγγιώδη ἀνέλιξή του στὴν πρώτη γραμμὴ τῶν πρωταγωνιστῶν τῆς διεθνοῦς διπλωματίας, ὅταν χρειάστηκε νὰ ἀντιπαρατεθεῖ πρὸς ἕναν Μetternich, ἕναν Talleyrand.

  Κοσμοπολίτης, ἀναμφισβητήτως, ἦταν πρὶν ἀπ' ὅλα Κερκυραῖος καὶ Ἕλληνας, μὲ ἔμφυτη ποιητικὴ διάθεση καὶ ἀπέραντη νοσταλγία γιὰ τὴ γῆ τῶν πατέρων του, ὅπου ἔννοιωθε εὐτυχής, ἱκανοποιούμενος μὲ τὰ ἁπλᾶ καὶ ταπεινά.Ὑπῆρξε πολύπλευρος καὶ ἀπὸ ψυχοσυνθέσεως καὶ συμπεριφορᾶς· ἕνας  ὁπαδὸς τῆς μεσότητος. Ἐκτὸς βέβαια ἄν εἶχε νἀ κάνει μὲ θέματα ἀρχῶν καὶ δικαίου. Ἐκεῖ ἦταν ἀσυμβίβαστος, ἄτεγκτος.

Στὰ Ἑπτάνησα ἀντιμετώπισε τὴν ὀξυτατη διαμάχη μεταξὺ τῶν εὐγενῶν καὶ τῆς ἀστικῆς τάξεως, ἡ ὁποία στηριζόταν στὶς λαϊκὲς μᾶζες. Μολονὀτι ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν εὐγενῶν, δὲν δίστασε νὰ κάνει παραχωρήσεις στοὺς ποπολάρους, μέσα σὲ ἕνα πνεῦμα κατανοήσεως καὶ συμβιβασμοῦ, ποὺ διεῖπε καὶ τὴ μεταγενέστερη δραστηριότητά του.

Τὸ πνεῦμα  τοῦ Διαφωτισμοῦ,  θέμα ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει ἐδῶ,  δὲν τὸν ἄφησε ἀδιάφορο κατὰ τὰ φοιτητικά του χρόνια στὴν Ἰταλία, ὅπου ἡ κίνηση  εἶχε πολλοὺς ὁπαδούς. Πράγματι, ἡ κοσμοθεωρία του εἶχε ἔντονη  τὴν ἐπίδραση τοῦ διαφωτισμοῦ. Ἀκριβῶς κατὰ τὰ χρόνια τῶν σπουδῶν του εἶχε ὡς  συνόμιλους συμφοιτητὲς, ποὺ ὑπῆρξαν σημαντικοὶ ἐκπρόσωποι τῆς κινήσεως, ποὺ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ μὲν, μετά τινος ὑπερβολῆς,  κατὰ τὸν  ἀφορισμὸ τοῦ Πασκάλ,  θρησκεία τῶν φιλοσόφων, θέλησε, ἐξ ἄλλου, νὰ διαμορφώσει μιὰ φυσικὴ θρησκεία,  ἀλλὰ δὲν εἶναι βεβαίως  καὶ φιλοσοφικὸ σύστημα.

Ἀνάμεσα στὰ ἀγαπημένα τοῦ βιβλία ἦταν τὰ ἠθικοφιλοσοφικὰ Δοκίμια/ Essaisτοῦ Montaigne καὶ Τὸ πνεῦμα τῶν Νόμων/ L esprit des lois τοῦ Montesquieu.[3] Ἀπὸ τοὺς διαφωτιστές, βεβαίως,  ἀντλεῖ τὴ βαθειά του πίστη στὴ δύναμη τοῦ πνεύματος, στὴν καλλιέργεια καὶ στὴν ἠθικὴ διαπαιδαγώγηση τῶν ἀνθρώπων, ὡς προϋπόθεση γιὰ ἕνα κοινωνικὸ μετασχηματισμό. Ἀπὸ τὸν Μontesquieu διδάχθηκε τὸ συμβιβαστικὸ πνεῦμα, πού τὸν διακατεῖχε πάντοτε. Ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του Εὐρωπαίους φιλοσόφους, ἐν γένει, ἐνεστερνίσθη τὴ βαθύτατη πίστη του στὴ δύναμη τοῦ νοῦ, καθὼς καὶ στὴν καλλιέργεια καὶ τὴν ἠθικὴ ἐκπαίδευση τῶν ἀνθρώπων, ὡς ἀναγκαία προϋπόθεση μετασχηματισμοῦ τῆς κοινωνίας.

Ἀξιοπρόσεκτα εἶναι σ’αὐτὸ τὸ σημεῖο, τῆς ἐπιρροῆς δηλαδὴ τῶν διαφωτιστῶν καὶ τῶν ἐγκυκλοπαιδιστῶν, στὸν Κερκυραῖο πολιτικό, ὅσα γράφει ὁ στενὀς του συνεργάτης Νικόλαος Σπηλιάδης:

Τότε, κατὰ τὴ διάρκεια δηλαδὴ τῶν σπουδῶν του στὴν Πάδοβα, ἐδιδάσκοντο τὰ μαθήματα τῆς τοῦ ιη’αἰῶνος φιλοσοφίας, τοῦ καλλίστου τούτου ὀνόματος ὅλως ἀναξίας. Ὡς βάσις τῶν καινοφανῶν διδαγμάτων ἐλαμβάνετο ἡ κηρυττομένη παρὰ τοῦ Λωκίου [John Locke, 1632-1704] καὶ Κονδιλλιὰκ [Étienne Bonnot de Condillac, 1714-1780] φιλοσοφία τῶν αἰσθήσεων. Ὁ Καποδίστριας τόσον μόνον παρεδέχθη τὰς νέας ἰδέας, καθ’ὅσον προσέφερον εἰς τὴν γενναίαν του ψυχὴν τὸ στιλπνὸν γοήτευμα τῆς εὐδαιμονίας τῆς κοινωνίας καὶ τῆς τελειοποιήσεως τῶν πολιτευμάτων· ὅθεν καὶ ἔμεινε σταθερῶς ἀλλότριος τῶν ὀλεθρίων θεωριῶν, αἵτινες τείνουσιν εἰς τὴν θραῦσιν παντὸς σωτηρίου συνδέσμου μεταξὺ τῶν δικαιωμάτων καὶ τῶν χρεῶν τοῦ ἀνθρώπου· ἔμεινεν ἄρα πνευματόφρων ἐξ ἐμφύτου ὁρμῆς, ἄν καὶ κατ’ ανάγκην μαθητὴς [τῶν] τοῦ Κονδιλλιάκ, καὶ ἤκουε μὲν τὰ διδασκόμενα εἰς τὸ σχολεῖον, ἀλλ’ἀκουσίως πως· προσέκειτο [δὲ] εἰς τὰς ὑψηλὰς ἐπιθεάσεις τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Πυθαγόρου.[4]

Τὸ μέγα ὄραμα τοῦ διαφωτισμοῦ εἶναι ἡ παιδεία. Ὁ Καποδίστριας, πέρα τῶν θεωρητικῶν του ἀντιλήψεων, στὸ πρακτικὸ πεδίο δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ ὑπηρετεῖ ἀδιαλείπτως τὴν παιδεία τῶν συμπατριωτῶν του παντὶ σθένει. Ἡ ἀξιοθαύμαστη ὀργάνωση τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου,  ποὺ καθιέρωσε τὸ 1803,  στὸ σύνταγμα τῆς Πολιτείας τῶν Ἡνωμένων Ἑπτὰ Νήσων, ὅταν καὶ ὁ ἴδιος, ὡς  Ἔφορος Σχολῶν τῆς Τενέδου,[5]  προσέφερε καὶ τὴν ἐκ μέρους του προσωπικῶς διδασκαλίαν μερικῶν μαθημάτων, ἡ ἵδρυση τῆς Ἑταιρεἰας τῶν Φίλων τῶν Μουσῶν στὴ Βιέννη τοῦ 1815,[6] ἀλλὰ  καὶ ἡ ἐργώδης προσπάθειά του ὡς Κυβερνήτου, ἀποκαλύπτουν τὴν ἀνυστακτη μέριμνά του πρὸς φωτισμὸν τῶν Ἑλλήνων. Κι αὐτή του ἡ πολύτιμος διακονία ἦταν ἐμπνευσμένη ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τὴν κίνηση τοῦ (δια)φωτισμοῦ.

  Ἐξ ἀφορμῆς τῶν περὶ τὸ 1820 ἐπαναστατικῶν κινημάτων, ἔγραφε πρὸς τὸν τότε πρωθυπουργὸ τῆς Γαλλίας Richelieu ὅτι παντοῦ, ὅπου ἡ Κυβέρνηση βρίσκεται ἀπομονωμένη ἐξ αἰτίας τοῦ στενοκέφαλου καὶ αὐθαίρετου τρόπου διακυβέρνησης, οἱ ἐξεγέρσεις ἐπέτυχαν, ἐνῶ ἀντίθετα καταπνίγηκαν παντοῦ, ὅπου ὑγιεῖς θεσμοὶ στάθηκαν ἀντίθετοι καὶ ἡ ἀόρατη δύναμη τῶν νόμων ἐγγυόταν τὰ νόμιμα δικαιώματα καὶ τὰ συμφέροντα τοῦ λαοῦ.

Ἀπὸ τὶς ἰατρικές του διατριβὲς μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε τὴν ἀγάπη του πρὸς τὴν πνευματικὴ ἐργασία, τὴν ἄνεση ποὺ φαίνεται νὰ εἶχε ὡς πρὸς τὴ σύνταξη ἐπιστημονικῶν μελετῶν. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος τὰ  πολυάριθμα πολιτικοῦ περιεχομένου ὑπομνήματά του, μερικὰ τῶν ὁποίων ἔχουν δημοσιευθεῖ, συντασσόμενα μὲ καταπληκτικὴ ταχύτητα, ἔχουν σπάνια πληρότητα, εἶναι σφαιρικὰ στὴ σύλληψή τους, ἔχουν ἄρτια δομὴ καὶ δωρικὴ ἁπλότητα στὴν πολυπλοκότητά τους, χωρὶς νὰ εἶναι ξένα καὶ πρὸς μιὰ τεχνοκρατικὴ ἀντίληψη. Εἶναι πειστικά καὶ ἐντυπωσιακά, προϋποθέτουν δὲ ἄνθρωπο μὲ ὀργανωτικὸ δαιμόνιο, σπάνια εὐφυΐα, διεισδυτικότητα καὶ προορατικότητα, ποὺ εἶναι καὶ τὸ μέγα προσόν τοῦ πολιτικοῦ, ἰδίως τοῦ διπλωμάτου. Καλύπτουν ὅλα τὰ προβλήματα, ποὺ ἀπασχολοῦσαν τότε τὸν Κόσμο καὶ  ἀναδεικνύουν  τὸν Καποδίστρια ὡς πολιτικὴ ἰδιοφυΐα καὶ αὐτόχρημα homo universalis.

Ὁ Καποδίστριας ὑπῆρξε διανοούμενος καὶ εὕρισκε τὸ χρόνο, ὄχι μόνο νὰ μελετᾶ, ἀλλὰ καὶ νὰ συναναστρέφεται μὲ ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος. Ὁ ὀλύμπιος καὶ δυσπρόσιτος Gοethe τὸν περιέβαλε μὲ ἐξαιρετική ἐκτίμηση καὶ θαυμασμό, εἶχε δὲ πολλὲς φορὲς συναντηθεῖ μαζί του στὸ Karlsbad καὶ στὴ Weimar.[7] Ἀλλὰ καὶ ὁ Ζακύνθιος ποιητὴς Ugo Foscolo, ὁ Ῥῶσος λογοτέχνης, δημοσιογράφος καὶ ἱστορικὸς Nikolaï Mikhaïlovitch Karamzin, ὁ Γερμανὸς σοφός, φιλόλογος, κριτικός, ποιητὴς καὶ πολιτικὸς Wilhelm von Humboldt, ὁ πολὺς Γάλλος συγγραφεὺς καὶ διπλωμάτης  François Chateaubriant καὶ ἄλλες διεθνεῖς προσωπικότητες αὐτοῦ τοῦ ἐπιπέδου, ὑπῆρξαν οἰκεῖοι του καὶ ἀντεπιστέλλοντες.[8]

Ὡς γνωστὸν στὴ Ῥωσία πολλοὶ τὸν ἔβλεπαν ὡς φιλόσοφο μᾶλλον, παρὰ ὡς κρατικὸ παράγοντα. Εἶχε ἀποκτήσει, πράγματι,  φήμη σοφοῦ καὶ φωτισμένου ἀνθρώπου, προστάτη τῶν ἐπιστημῶν καὶ τῶν τεχνῶν. Ἡ ἐκτίμηση τὴν ὁποία ἀπελάμβανε, ὄχι μόνο στοὺς πολιτικούς, ἀλλὰ καὶ στοὺς κοινωνικοὺς καὶ πνευματικοὺς κύκλους, προκύπτει καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι προετάθη νὰ τοῦ ἀνατεθεῖ ἡ ἀνατροφὴ τοῦ μεγάλου δουκὸς καὶ  κατόπιν τσάρου Ἀλεξάνδρου Β΄ (1818-1881).[9]  Ἡ Ἀκαδημία  Ἐπιστημῶν τῆς Πετρουπόλεως τὸν ἐξέλεξε τὴν 17/29 Ἰουλίου 1818 ἐπίτιμο μέλος της.

Ὑπῆρξε ὁ Καποδίστριας κατ' ἐξοχὴν ἠθικὴ προσωπικότης. Πίστευε δὲ ὅτι αὐτὴ ἡ ἠθική, τὸ πνεῦμα τῆς δικαιοσύνης, πρέπει νὰ διέπει καὶ τὴν πολιτική, κατὰ τὸ δυνατόν. Ἐπεδίωκε τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο, εἰρήνη, ὅμως, στηριζόμενη στὸ σεβασμὸ τοῦ ἀνθρώπου, στὸ σεβασμὸ δηλαδὴ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, κατὰ τὴ σημερινὴ ὁρολογία. Πίστευε ὅτι ἡ καταπίεση καὶ ἡ κοινωνικὴ ἀδικία ὠθεῖ πρὸς τὴ βία καὶ δημιουργεῖ ἀνεξέλεγκτες ἐκρηκτικὲς καταστάσεις. Ἡ ἡρεμία καὶ ἡ ἰσορροπία στὸν Κόσμο δὲν εἶναι  ἀσφαλὴς διὰ τῶν ὅπλων καὶ μόνο.

Ὁ Καποδίστριας ἦταν ἐκεῖνος ποὺ συγκρατοῦσε τὸν τσάρο μέσα σὲ πλαίσια φιλελευθέρων ἀρχῶν μὲ πίστη καὶ γοητεία φιλοσόφου.....στὸν Ἕλληνα σύμβουλό του ὀφείλεται ἡ εἰρηνιστικὴ ἰδεολογία τοῦ πανίσχυρου τότε τσάρου πασῶν τῶν Ῥωσιῶν. Τὰ περίφημα γιὰ τὶς ἀνθρωπιστικές τους ἰδέες καὶ [τὶς προσπάθειες] γιὰ τὴν προστασία τῶν μικρῶν λαῶν ὑπομνήματα, ποὺ ὑποβλήθηκαν στὸ συνέδριο τοῦ Aix - la - Chapelle / Aachen ἐκ μέρους τοῦ τσάρου, τὸ Φθινόπωρο τοῦ 1818, εἶναι γνωστὰ ὡς Memoranda de Capodistria . Μ'αὐτά του τὰ ὑπομνήματα ὁ Καποδίστριας ὑπεστήριξε, πλὴν ἄλλων, τὴ συνένωση τῶν εὐρωπαϊκῶν Δυνάμεων σὲ μιὰ εἰρηνικὴ ὁμοσπονδία, τὸν καθορισμὸ συχνῶν τακτικῶν συνεδρίων, τὴν καταπολέμηση τῆς δουλεμπορίας τῶν μαύρων τῆς Ἀφρικῆς, ποὺ ὅπως ἔλεγε, ἐξασκεῖτο ἐναντίον τοῦ ἀνθρωπίνου δικαίου καὶ τῆς δημοσίας ἠθικῆς.[10]

Ἀναδεικνύεται ἔτσι ὁ Καποδίστριας ὡς πρόδρομος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, τῆς Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν καὶ τοῦ Ὀργανισμοῦ  Ἡνωμένων Ἐθνῶν. Προσφάτως ὑπεστηρίχθη ὅτι   Ἑλβετία, μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὡς ἡ [ἐνδεδειγμένη] μικρογραφία [τὸ πρότυπο] τοῦ συστήματος πολιτικῆς διακυβερνήσεως τῆς εὐρυτέρας Εὐρώπης. Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ πρότυπο ἀκριβῶς εἶναι ἔργο τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια, τὸ ὁποῖο πλησιάζει νὰ συμπληρώσει δύο αἰῶνες λειτουργίας, χωρὶς κανένα πρόβλημα.[11]

Αὐτά του τὰ ἰδανικά, αὐτές του οἱ ἀκάματες δραστηριότητες, τὸν τοποθετοῦν, μεταξὺ ἄλλων, στὴν πρώτη σειρὰ τῶν φωτιστῶν. Αὐτὸς ὁ Ἄνθρωπος , ποὺ ἦταν ἡ μεγάλη τύχη τοῦ Ἑλληνισμοῦ τότε, δολοφονήθηκε στὸν Ἅγιο Σπυρίδωνα τοῦ Ναυπλίου τὴν 27η Σεπτεμβρίου 1831 !

Βλασφημία ἐναντίον τοῦ πνεύματος ἦταν ἡ δολοφονία τοῦ Κυβερνήτου, ἀπὸ τὴν ὁποίαν βλάσφημον ἀμαρτίαν δὲν εἶναι ἄλλη χειρότερη καὶ ἀενάως τιμωρουμένη, κατὰ τὸν Τερτσέτη.[12]

  Ὅμως, ὁ μαρτυρικὸς Κυβερνήτης δημιούργησε ἕνα πρότυπο δημοσίου ἀνδρὸς (Statesman) καὶ ἀνθρωπιστοῦ. Μένουν οἱ πραγματώσεις του, καί, κατὰ τὸν Γεώργιο Τερτσέτη, δὲν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος· ζεῖ τὸ ἔργον του, καρποφορεῖ, ἄν ὁ διοικητὴς εἶναι δίκαιος, ἄν τὸ κράτος ἔχει συνείδησιν, εὐσπλαγχνίαν, μέτρα σοφίας.[13]

   Ἦταν, κατὰ τὸν Σπηλιάδη,.. ἐφάμιλλος τοῦ Σωκράτους κατὰ τὴν ἠθικήν, τοῦ Θεμιστοκλέους κατὰ τὸ φιλόπατρι, τοῦ Ἀριστείδου κατὰ τὴν δικαιοσύνην, ἄλλος Κόδρος κατὰ τὴν αὐταπάρνησιν, ἄνθρωπος τοῦ Πλουτάρχου μ'ὅλας τὰς ἀρετάς... ἦλθεν εἰς τὴν Ἑλλάδα, διὰ νὰ τὴν σώσῃ ἀπὸ τὸν ὄλεθρον καὶ ὑπὲρ αὐτῆς ἀγωνιζόμενος ν' ἀποθάνῃ.[14] Κατὰ τὸν Ῥῶσο συνυπουργό του καὶ κατόπιν καγκελλάριο Nesselrode,   ἐργαζόταν γιὰ ἕναν κόσμο, καμωμένο ἀπὸ ὄντα τόσο τέλεια ὅσο καὶ ὁ ἴδιος.[15]

Ποιὸς ἐνεσάρκωσε ποτὲ κατὰ τρόπον πραγματικῶς ἰδεώδη τὰ ἰδανικὰ τοῦ (δια)φωτισμοῦ πληρέστερα ἀπὸ τὸν Καποδίστρια;

Ὁ Νικόλαος Σπηλιάδης  (1785-1867), ἐξ ἄλλου,[16] ὑπῆρξε λόγιος καὶ στέλεχος ἐμπορικῶν ἐπιχειρήσεων ἐν Κωνσταντινουπόλει (1805-1810), καὶ ἐν Ὀδησσῷ (1810-1819) καὶ ἀπὸ τοῦ 1819 πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη, ὥσπου κατέβηκε στὴν ἐπαναστατημένη Ἑλλάδα. Καθ’ ὃσον γνωρίζουμε αὐτοδίδακτος, πέρα μιᾶς στοιχειώδους ἐκπαίδεύσεως,  ἀλλὰ πολύγλωσσος καὶ εὐρυμαθέστατος, ἦταν ἀφοσιωμένος στὸ ἰδεολογικὸ σύστημα τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ  ἐπωφελήθηκε τὰ μέγιστα ἀπὸ τὰ νεώτερα πνευματικὰ ρεύματα τοῦ (δια)φωτισμοῦ, μέσῳ τῆς γαλλικῆς καὶ δευτερογενῶς τῆς ἰταλικῆς του παιδείας.

Δὲν ἦταν ἄνθρωπος τῶν ὅπλων. Προσέφερε ὅμως πολύτιμες ὑπηρεσίες στὸ πολιτικὸ πεδίο, καταλαβὼν διαδοχικῶς σημαντικὲς  θέσεις, μέχρις ὅτου ὁ Κυβερνήτης τὸν ἐπέλεξε ὡς Γραμματέα τῆς Ἐπικρατείας, θέσις  ποὺ ἦταν ἰσότιμος πρὸς τὴν τοῦ Πρωθυπουργοῦ.

Ὁ Σπηλιάδης εἶναι, μεταξὺ ἄλλων, καὶ συγγραφεὺς ἐκτεταμένου συνθετικοῦ, λεπτομερῶς τεκμηριωμένου ἱστορικοῦ ἔργου σπανίας ἀντικειμενικότητος, ποὺ καλύπτει ὅλο τὸν ἑλληνικὸ χῶρο καὶ  μερικῶς τὸν διεθνῆ, καθ’ ὅσον ἀφορᾶ τὴν Ἑλλάδα, κατὰ τὴν περίοδο 1820-1843, συντεθειμένου μὲ μεθοδικότητα συγχρόνου μας σχεδὸν λογίου καὶ ἐπιστήμονος ἱστορικοῦ.[17]

Ἐδῶ, ὅμως, θὰ γίνει  ἀκροθιγῶς μνεία συγκεκριμένου πεδίου δραστηριότητος τοῦ Σπηλιάδη, συνδεομένου ἀμέσως πρὸς τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ (δια)φωτισμοῦ:  Tοῦ μεταφραστικοῦ. Πρόκειται περὶ μεταφράσεων ἀπὸ τὰ γαλλικὰ δύο  σπουδαίων ἐπικαίρων ἔργων, ἐντασσομένων ἀναμφισβητήτως ἐντὸς τοῦ κλίματος τοῦ (δια)φωτισμοῦ, μεταφράσεων ποὺ συνοδεύονται ἀπὸ εὔγλωττα προλεγόμενα καὶ σχόλια τοῦ  μεταφραστοῦ, ἀποπνέοντα ὅλον τὸν ἔνθερμο ἐνθουσιασμὸ καὶ τὸν πατριωτισμό του. Αὐτὰ εἶναι τὰ ἑξῆς:

  1. Τὰ μυστικοσυμβούλια [=οἱ Κυβερνήσεις]  καὶ οἱ λαοὶ ἀπὸ τὰ 1814 μέχρι σήμερον, παρὰ τοῦ Κυρίου Μπινιών.
    Ὁ Louis-Pierre-Edouard Bignon (1771-1841), ὑπῆρξε σπουδαία  προσωπικότης. Ἀπὸ τὸ 1797 ὑπηρέτησε ὡς διπλωμάτης, διετέλεσε βουλευτὴς καὶ ὑπουργός, διεκρίθη ἀκόμη ὡς ρήτωρ καὶ ἱστορικὸς συγγραφεύς, ὑπῆρξε δὲ φλογερὸς φιλέλλην.

    Τὸ πιὸ σημαντικὸ μέρος τοῦ ἐπικαίρου αὐτοῦ βιβλίου ἀφορᾶ ἀποκλειστικῶς τὸν Ἑλληνισμό, λόγῳ τῆς Ἐπαναστάσεως, ἡ ὁποία ἀνέτρεψε στὴν πράξη τὴν τότε νέα τάξη πραγμάτων, ποὺ εἶχε  ὡς βάση της τὰ δόγματα τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας. Ἀναφέρεται μὲ ἰδιαίτερη ἐνάργεια στὴν εὐρωπαϊκὴ πολιτικὴ  τῆς περιόδου 1815-1822, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ὑπογραφὴ τῆς συνθήκης τῆς 26ης Σεπτεμβρίου 1815 μεταξὺ Ρωσίας, Πρωσσίας καὶ Αὐστρίας, ποὺ ἵδρυσε τὴν Ἱερὴ Συμμαχία, μέχρι τὸ Συνέδριο τῆς Βερώνας (20 Ὀκτωβρίου-14 Δεκεμβρίου 1822 ν.ἡ.), δίνει ἀνάγλυφη τὴν κατάσταση τῶν ἐν ἐπαναστάσει Ἑλλήνων καὶ ἀσκεῖ ὀξύτατη κριτικὴ κατὰ τῶν Δυνάμεων γιὰ τὴν πολιτική τους ἔναντι τοῦ χειμαζομένου ἔθνους, κάτω ἀπὸ τὸ πρῖσμα τοῦ αἰωνίου ὀρθοῦ λόγου, τοῦ ὀρθολογισμοῦ δηλαδὴ τῶν διαφωτιστῶν. Παρατηρεῖ δὲ μεταξὺ ἄλλων ὅτι ...ἄν εἰς τὴν Εὐρώπην μας ἡ θρησκεία καὶ ἡ πατρὶς δὲν ἦσαν πάντοτε ἡνωμένα, εἰς τὴν Ἑλλάδα ἡ πατρὶς καὶ ἡ θρησκεία εἶναι ἕν καὶ τὸ αὐτό.

    Ὁ μεταφραστὴς συνοδεύει τὸ ἔργο μὲ ἐκτενὲς ἐνθουσιαστικὸ  καὶ γλαφυρότατο δοκίμιο γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν ἐλευθερία, ἡ ὁποία προϋποτίθησι νόμους δικαίους καὶ θεμελιωμένους ἐπάνω εἰς τὸν ὀρθὸν λόγον.

  2. Ἡ ἠθικὴ ἐφαρμοσθεῖσα εἰς τὴν πολιτικὴν..., παρὰ τοῦ Ε. Ζιούï.[19]
    Ὁ Victor Joseph Étienne, ὁ ἐπιλεγόμενος  Jouy (1764-1846),  σταδιοδρόμησε ὡς στρατιωτικὸς ἀρχικῶς καὶ ἐν συνεχείᾳ ἐστράφη πρὸς τὴ λογοτεχνία, ἐκλεγεὶς καὶ ἀκαδημαϊκός. Τὸ βιβλίο του αὐτὸ εἶναι πράγματι ἕνα ἐμπεριστατωμένο διαχρονικὸ σύγγραμμα, ποὺ καλύπτει ὅλες σχεδὸν τὶς κοινωνικὲς δραστηριότητες. Ὁ συγγραφεύς του, γέννημα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, δημοκρατικός, ἀντιμοναρχικός, ἀντικληρικός, ἀντίθετος πρὸς τὶς κοινωνικὲς καὶ φυλετικὲς διακρίσεις, ἀντλεῖ ἀπὸ τοὺς κλασικοὺς Ἕλληνες καὶ Λατίνους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς διαφωτιστὲς καὶ ἐγκυκλοπαιδιστές.

Mέσα στὸ ἴδιο κλῖμα ὁ Σπηλιάδης δίνει ὅλο τὸν πατριωτικό του παλμό, ὅλα τὰ ὀράματα τῶν μεγάλων στιγμῶν ποὺ ζοῦσε.

Οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀριστείδου καὶ τοῦ Σωκράτους,γράφει,  καταπνιγόμενοι εἰς τὸ ἀχανὲς πέλαγος τῶν αἱμάτων, τῶν δακρύων, τῶν στεναγμῶν,  τῶν θλίψεων, τῶν ἀγωνιῶν, τῶν ὀδυνῶν καὶ τῶν φρικτῶν ἐλαττωμάτων τοῦ δεσποτισμοῦ, μὴ ἔχοντες πατρίδα, μὴ ἔχοντες δίκαια πολίτου, δίκαια τιμῆς, ἰδιοκτησίας καὶ ζωῆς, πενθηφοροῦντες, μὲ καρδιοστάλακτα κλαύματα τὸ ἔδαφος τῆς ἐλευθερίας ποτίζοντες, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ μητρικὸν γάλα τὸ πρὸς τοὺ Τούρκους ἄσπονδον μῖσος θηλάζοντες, εὗρον πάντοτε τὴν παρηγορίαν των εἰς τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, ὑπέφερον καρτεροψύχως τὸν πικρὸν ζυγόν, καὶ ἀπέθνησκον μάρτυρες τῆς πίστεως· ὥστε δὲν ἠδυνήθη ὁ τύραννος νὰ ὑποδουλώσῃ καὶ τὸ ἀνεξάρτητον τῶν φρονημάτων τοῦ Ἕλληνος, καὶ νὰ ἐξαλείψει ὅλα τὰ εὐγενῆ αἰσθήματα ἀπὸ τὴν καρδίαν του. Ἀπεδειχθη δὲ τρανῶς εἰς τὸν κόσμον τὸ σταθερόν, τὸ γενναῖον, τὸ ὑψηλόφρον, τὸ φιλότιμον καὶ τὸ ἐμβριθὲς τοῦ ἑλληνικοῦ χαρακτῆρος του.[20]

Τὸ πρώτο ζητούμενο κατὰ τὸν Σπηλιάδη εἶναι πάντοτε  τὰ φῶτα:
...ἄν ἀπὸ τὴν ἀμάθειαν πηγάζουν αἱ δυστυχίαι τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ τὴν παιδείαν καὶ τὰ φῶτα γεννῶνται αἱ εὐτυχίαι του· καθότι τὰ φῶτα φυλάττουν τὰ δίκαια τῆς ἐλευθερίας καὶ ἰσονομίας του, καὶ τὰ φῶτα τὸν χορηγοῦσιν ὅλα τὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα τὸν ἐχάρισεν ὁ Θεός, καὶ τὰ ὁποῖα τὸν ἀφήρπασαν οἱ τύραννοι πάντοτε.[21]
  Ἄνευ τῶν φώτων δὲν βελτιοῦται ποτὲ ἡ τύχη τῶν ἐθνῶν· ἄνευ τῶν φώτων οὐδ' ἀποκτᾶται εὐκόλως, οὐδὲ φυλάσσεται ποτὲ ἡ ἐλευθερία.[22]
Τὸ ἐμπόριον, ἡ εἰς τὴν ἀλλοτρίαν μετοίκησις τῶν πρὸς ἀποφυγὴν τῆς δουλείας ξενιτευομένων, ἡ μὲ τὰ φωτισμένα ἔθνη συγκοινωνία των, τὰ φῶτα καὶ αἱ γνώσεις , τὰ ὁποῖα ἀπέκτησαν εἰς τὴν Εὐρώπην τινὲς ἐξ αὐτῶν, αἱ συμβουλαὶ τοῦ σοφοῦ Κοραῆ, ἐγέννησαν τὴν ἰδέαν καὶ τὴν ἀνάγκην τοῦ φωτισμοῦ.[23]
Ηὐδόκησεν ὁ Θεός, καὶ οἱ κάτοικοι τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῆς Σπάρτης δὲν ὀνομάζονται πλέον Ῥωμαῖοι· ὀνομάζονται Ἕλληνες· καὶ ὡς Χριστιανοί, δὲν εἶναι πλέον δοῦλοι τοῦ Τούρκου. Ὡς καλοὶ Χριστιανοὶ ἐνεκαρτέρησαν ἀνδρείως εἰς τὴν θρησκείαν των, καὶ εἰς τὴν θρησκείαν των ὀφείλουν τὸν ἐθνικὸν σύνδεσμον, τὰ ἤθη, τὰ ἔθιμα, τὸν χαρακτῆρα καὶ τὴν ὡραίαν γλῶσσαν των· ἀλλ'εἰς μόνα τὰ φῶτα ὀφείλουν τὴν ἐλευθέραν πατρίδα των· διότι ... ἡ ἀμάθεια ἀφαιρεῖ τὴν γνῶσιν τῆς ἐλευθερίας καὶ ὅλων τῶν καλῶν.

Ὀξύτατους χαρακτηρισμούς μεταχειρίζεται ὁ συγγραφεὺς κατὰ τοῦ Πάπα, καὶ ἰδιαιτέρως κατὰ τῶν Ἰησουϊτῶν. Oἱ χαρακτηρισμοὶ αὐτοὶ δὲν φαίνεται νὰ ἐνοχλοῦν τὸν μεταφραστή, καθ' ὅσον ἀφοροῦν τὴ Ῥωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία. Αἰσθάνεται, ὅμως, τὴν ἀνάγκη νὰ ἐκφράσει  εὐθέως καὶ κατηγορηματικῶς τὴ γνώμη του γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴ Ῥωμαιοκαθολική. Γράφει, λοιπόν, σὲ μιὰ μακρὰ ὑποσημείωση ὁ Σπηλιάδης:

....Ἀφ'ὅτου ὑπέπεσεν ὁ Ἕλλην εἰς τὴν δουλείαν, εὗρεν εἰς τοὺς ὑπουργοὺς τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ θρησκείας ὅλας τὰς ἐξ αὐτῆς παρηγορίας· ὑπέφερε διὰ τοῦτο μὲ ἀπαράμιλλον καρτερίαν τὰ πάνδεινα· ἐγίνετο σχεδὸν καθ' ἡμέραν μάρτυς τῆς πίστεως, καὶ ἀπεκδεχόμενος τὴν ἐξ ὕψους βοήθειαν ἀπέθνησκε Χριστιανός. Οἱ Ἕλληνες ἱερεῖς εἶναι πατέρες οἰκογενειῶν, ἔχουσι τὰς πρεσβυτέρας των, τὰ παιδία των· ἔχουν ἀνεῳγμένην τὴν καρδίαν εἰς τὰ γλυκύτατα τῆς φιλανθρωπίας αἰσθήματα· εἶναι χρηστοὶ πολῖται. Ἱερεῖς καὶ ἱερομόναχοι ἦσαν οἱ πλειότεροι τῶν διδασκάλων τῆς ἑλληνικῆς, ὅσοι ἐφώτιζον μὲ ἀμυδράς τινας λάμψεις τὸν ζοφώδη ὁρίζοντα τῆς δεσποζομένης Ἑλλάδος· ἱερεῖς ἐδίδασκον τὰ κοινὰ λεγόμενα γράμματα τὴν νεολαίαν μας εἰς τὰς πόλεις, τὰς κωμοπόλεις καὶ εἰς τὰ χωρία. Εἰς τὴν θρησκείαν μας καὶ εἰς τὸ ἱερατεῖον μας χρεωστοῦμεν τὴν γλῶσσαν μας καὶ τὰ ἤθη μας...[25]

Τὰ δύο αὐτὰ ἔργα ἀπετέλεσαν σπουδαία συνηγορία ὑπὲρ τοῦ ἀγωνιζομένου ἔθνους. Γραμμένα στὰ γαλλικά ἦταν προσιτὰ στὸ διεθνὲς κοινό καὶ ἡ μετάφρασή τους στὰ ἑλληνικά, έκτὸς τῆς συνεισφορᾶς τους στὴ γενικὴ παιδεία μέσα στὸ κλῖμα τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς πνευματικῆς βοηθείας σὲ χαλεποὺς καιρούς, ἦταν καὶ πολύτιμα πολιτικὰ ὅπλα.[26]

Ὁ Καποδίστριας καὶ ὁ Σπηλιάδης, τέλος,  ὑπῆρξαν σπάνιες  ἠθικὲς προσωπικότητες  καὶ μεγάλοι ἐργάτες Φωτισμοῦ τῶν Ἑλλήνων.

 


[1] Β.Στ.Καραγεῶργος, Ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς καὶ ἡ Εὐρώπη. Ἀθήνα 1984, σελ. 113.

[2] Ε. Γ. Πρωτοψάλτη, Νέα ἱστορικὰ στοιχεῖα περὶ Ἰωάννου Καποδιστρίου (ἐκ τῶν ρωσικῶν ἀρχείων), Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρὶς τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν 24 (1973/4) σελ.209.

[3] Αrš, Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας στὴ Ρωσία. Βαλκανικὴ Βιβλιογραφία, τόμος ΙV-1975, Παράρτημα. Θεσσαλονίκη 1977, σελ.309.

[4] Νικολάου Σπηλιάδου, Ἀπομνημονεύματα διὰ νὰ χρησιμεύσωσιν εἰς τὴν Νέαν Ἑλληνικὴν Ἱστορίαν (1821-1843). Πρώτη πλήρης ἔκδοσις ἐπιμ. Π.Φ.Χριστοπούλου, τόμος Β΄ [Ἀρχεῖα τῆς Νεωτέρας Ἑλληνικῆς Ἱστορίας-Ε΄], Ἀθῆναι 2006, σελ. 453. Πρβλ. καὶ Ἀ[λέξανδρον] Σ[τούρζαν], Βιογραφικὴ ἀφἠγησις περὶ τοῦ Κυβερνήτου τῆς Ἑλλάδος Ι. Α. Καποδίστρια, ἐν Ἐπιστολαὶ Ι.Α. Καποδίστρια.. τόμ. Α΄, Ἀθήνησιν 1841, σελ. 5-7.

[5] Σπυρίδωνος Δ. Λουκάτου, Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας καὶ ἡ Ἑπτάνησος Πολιτεία, Ἀθῆναι 1959, σελ. 61κἑ.

[6] Γρηγορίου Δαφνῆ, Ἰωάννης Α. Καποδίστριας. Ἡ γένεση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους. Ἀθῆναι 1976, σελ. 291κἑξ.

[7] Σωκρ.Κουγέα, Γκαῖτε καὶ Καποδίστριας, Ἰόνιος Ἀνθολογία 6 (1932) τχ.59-61, σελ.41-47. Πρβλ. Βασ.Ι. Λαζανᾶ, Ἀπόψεις τοῦ Göethe γιὰ τὸν Καποδίστρια, Νέα Ἑστία 89(1971) τχ.1044, σελ.21-24. Διονυσίου Ζακυθινοῦ, Μεταβυζαντινὰ καὶ Νέα Ἑλληνικά [:Ἰωάννης Καποδίστριας· τὰ προοίμια μιᾶς μεγάλης πολιτικῆς σταδιοδρομίας], σελ.517, Ἀθῆναι 1978.

[8] Ζακυθινοῦ, αύτόθι, σελ.517.

[9]Κ.Α.Παλαιολόγου, Ἱστορικὴ ἀναθεώρησις τῶν κατὰ τὴν τελευταίαν εἰκοσιπενταετηρίδα ἐν Ῥωσίᾳ γενομένων μεταῤῥυθμίσεων καὶ βελτιώσεων. Παρνασσὸς 4 (1880) 170, σημ. 1.    

[10] Σ. Β. Κουγέα, Ὁ Καποδίστριας ὡς πανευρωπαϊκὴ φυσιογνωμία. Ἐξ ἀφορμῆς τῆς συμπληρώσεως ἑκατὸ χρόνων ἀπὸ τὸν ἐρχομό του στὴν Ἑλλάδα. Ἑλληνικὰ Γράμματα 2(1928) 133-134.  

[11] Ν. Α. Καλογεροπούλου, Ἡ διακυβέρνησις τῆς Εὐρώπης, ἐφ.Ἑστία, 30 Αὐγούστου 2002..

[12] Ντίνου Κονόμου, Ὁ Γεώργιος Τερτσέτης & τὰ εὑρισκόμενα ἔργα του, Ἀθήνα 1984, σελ.796.

[13] Κονόμου, αὐτ., σελ. 795.

[14] Νικολάου Σπηλιάδου, Ἀπομνημονεύματα διὰ νὰ χρησιμεύσωσιν εἰς τὴν Νέαν Ἑλληνικὴν Ἱστορία (1821-1843), τόμος Δ΄,  Ἀθῆναι  2006, σελ. 187-188.

[15] Παναγιώτου Φ. Χριστοπούλου, Ἡ δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη, Καθημερινή - Ἑπτὰ Ἡμέρες 25-26 Μαρτίου 1995, σελ.17.

[16] Περὶ τοῦ ὁποίου βλ. προχείρως Παναγιώτου Φ. Χριστοπούλου, Ἡ ζωὴ καὶ τὸ ἔργον τοῦ Νικολάου Σπηλιάδου, Γραμματέως τῆς Ἐπικρατείας ἐπὶ Καποδιστρίου (1785-1867). Ἀθῆναι 1971.

[17] Ποὺ ἐκδίδεται πλῆρες μόλις τώρα, ἑκατὸν σαράντα χρόνια μετὰ τὸν θάνατο τοῦ γράψαντος, καὶ θὰ κυκλοφορηθεῖ ἐντός τοῦ ἔτους: Nικολάου Σπηλιάδου, Ἀπομνημονεύματα διὰ νὰ χρησιμεύσωσιν εἰς τὴν Νέαν Ἑλληνικὴν Ἱστορίαν (1820-1843). Πρώτη πλήρης ἔκδοσις ἐκ τῶν χειρογράφων τοῦ συγγραφέως, ἐπιμελείᾳ Παναγιώτου Φ. Χριστοπούλου, Ἀθῆναι 2006, τόμοι ἕξ  [Ἀρχεῖα τῆς Νεωτέρας Ἑλληνικῆς Ἱστορίας. Σειρὰ ἱδρυθεῖσα ὑπὸ Γιάννη Βλαχογιάννη (1867-1945). Διευθυνταί: Εὐστάθιος Ν. Τσοτσορός - Παναγιώτης Φ. Χριστόπουλος.  Ε΄ -- Νικολάου Σπηλιάδου, Ἅπαντα τὰ Εὑρισκόμενα].
.

[18] ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΟΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΛΑΟΙ Ἀπὸ τὰ 1814 μέχρι σήμερον, παρὰ τοῦ Κυρίου ΜΠΙΝΙΩΝ. Τρίτη ἔκδοσις ἀναθεωρηθεῖσα, ἐπιδιορθωθεῖσα καὶ  αὐξηθεῖσα ΕΝ ΠΑΡΙΣΙΟΙΣ Κατὰ μῆνα Ἀπρίλλιον[sic!] 1823. ---- Μεταφρασθὲν ἐκ τοῦ Γαλλικοῦ ὁμοῦ μὲ τὸ περὶ τῆς ΕΛΛΑΔΟΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ τοῦ Κυρίου ΣΧΙΑΤΩΒΡΙΑΝ, Παρὰ τοῦ Ν. Σπηλιάδου. Καὶ ἐκδοθὲν κατὰ μῆνα Φεβρουάριον 1826, φιλοτίμῳ δαπάνῃ τῶν φιλομούσων συνδρομητῶν, τῶν ὁποίων τὰ ὀνόματα κατεχωρίσθησαν εὶς τὸ τέλος τοῦ βιβλίου. (25 ἑκ.,σελ. ιε΄+ 260 + 7 ἄἀ.).

[19] Η ΗΘΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΣΘΕΙΣΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΝΔΙΑ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΕΥΣΗι ΕΙΣ ΤΑΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ  ΕΠΑΝΩ ΕΙΣ ΤΑ ΗΘΗ ΤΩΝ ΓΑΛΛΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΙΘ. ΑΙΩΝΑ. ΠΑΡΑ ΤΟΥ Ε. ΖΙΟΥΗ, ΜΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΕΛΕΙΩΣΙΝ Τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν καταστήματος. Δευτέρα ἔκδοσις ἐν Παρισίοις. Ἡ ἄδικος πολιτικὴ εἶναι ἡ μήτηρ ὅλων τῶν ἀδικιῶν καὶ παρανομιῶν τῶν ἀνθρώπων . ΠΟΛΥΒΙΟΣ.  ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ.[καὶ ΔΕΥΤΕΡΟΣ] 1822 ---  Μεταφρασθὲν ἐκ τοῦ Γαλλικοῦ παρὰ τοῦ Ν. Σπηλιάδου. ΚΑΙ ΕΚΔΟΘΕΝ --  Κατὰ τὸ ᾳωκη΄. ( 21 ἑκ., σελ.ιβ΄ + 270 + 254 + 16 ἄ.ἀ.).

 

[20] [Σπηλιάδου], Πρὸς τοὺς Ἕλληνας, σελ. β΄

[21]  Αὐτόθι, σελ. ι΄

[22]  Αὐτόθι, σελ. ε΄

[23]  Αὐτόθι, σελ. γ΄

[24]  Αὐτόθι, σελ. δ΄

[25] Ζιούϊ, Ἡ Ἠθική, Α΄, σελ. 75.

[26] Παναγιώτου Φ. Χριστοπούλου, Ὁ Νικόλαος Σπηλιάδης (1785-1867) μεταξὺ Φωτισμοῦ καὶ Διαφωτισμοῦ. Κεφαλληνιακὰ Χρονικά 10(2005)57-96.