Σύγχρονες ελληνικές ευχετήριες κάρτες, Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης – Μ. Γ. Βαρβούνης

Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης – Μ. Γ. Βαρβούνης, Σύγχρονες ελληνικές ευχετήριες κάρτες, Λαογραφική Μελέτη, Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου – Καρδαμίτσα 2021, σ. 216, ΙSBN 978-960-354-530-9. 

Πρόλογος

Αν εξαιρέσει κανείς σποραδικές αναφορές στη λαογραφική βιβλιογραφία, και τις σχετικές επιφυλλίδες του πρώτου εκ των συγγραφέων του παρόντος βιβλίου, ο οποίος εγκαινίασε ουσιαστικά τη μελέτη του θέματος στην ελληνική λαογραφική βιβλιογραφία, η λαογραφική μας έρευνα δεν έχει ασχοληθεί, μέχρι σήμερα, μεθοδικά και οργανωμένα με τις ευχετήριες κάρτες, τα ευχετικά τους κείμενα, τις ποικίλες διακοσμήσεις τους, αλλά και την τελετουργία της αποστολής και ανταλλαγής τους. Πρόκειται για ένα νεωτερικό λαογραφικό φαινόμενο, που εντάσσεται στα όρια της αστικής και νεωτερικής Λαογραφίας, το οποίο δεν έχει αρκούντως μέχρι σήμερα μελετηθεί από τη σύγχρονη ελληνική λαογραφική έρευνα.

Η παρούσα μελέτη στηρίχθηκε στο υλικό του αρχείου του πρώτου από τους συγγραφείς, ο οποίος επί χρόνια συνέλεγε ελληνικές ή χρησιμοποιημένες στην Ελλάδα κάρτες, με σκοπό τη συνολικότερη λαογραφική μελέτη τους. Στηρίχθηκε επίσης στη μελέτη της σχετικής πλούσιας διεθνούς βιβλιογραφίας, δεδομένου ότι οι κάρτες αποτέλεσαν μέχρι σήμερα προσφιλές θέμα της ευρωπαϊκής και της αμερικανικής, κυρίως, Λαογραφίας, στα πλαίσια της μελέτης των νεωτερικών μορφών και εκδηλώσεων του λαϊκού πολιτισμού. Και τούτο επειδή, πέρα από την εθιμική χρήση τους και τις τυχόν συναισθηματικές διαστάσεις της, αποτελούν και πεδίο έρευνας για τη γενικότερη επίδραση του «ψηφιακού μετασχηματισμού» της κοινωνίας μας, και των επιδράσεών του σε καθιερωμένες ήδη μορφές συλλογικής έκφρασης και δράσης.

Καθώς συνδέονται με οριακές, διαβατήριες και μεταβατικές στιγμές της συλλογικής, της ατομικής και της οικογενειακής ζωής των ανθρώπων, οι κάρτες είναι ιδιαιτέρως αγαπητές, και παρά τις ποικίλες τεχνολογικές και πολιτισμικές αλλαγές της (μετα)νεωτερικότητας συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται, και φυσικά να είναι αναγνωρίσιμες. Και αυτή η πραγματικότητα συντελεί ώστε η λαογραφική μελέτη τους να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη σύγχρονη αστική και νεωτερική Λαογραφία, καθώς συνδέεται με το σπουδαίο ζήτημα της διαχείρισης του πολιτισμικού αποθέματος από τη σύγχρονη κοινωνία, με βάση και τις τεχνολογικές αλλαγές και κατακτήσεις, που δημιουργούν και συγκροτούν καθημερινά ένα νέο πεδίο συλλογικής κοινωνικής και πολιτισμικής δράσης και δημιουργίας.

Φυσικά, το υλικό που χρησιμοποιείται εδώ είναι ενδεικτικό, καθώς η ίδια η φύση του δεν επιτρέπει την πλήρη και εξαντλητική καταγραφή και γνώση του. Άλλωστε κάτι τέτοιο δεν χρειάζεται, καθώς θα κατέληγε σε επαναλήψεις εκφράσεων και διαπιστώσεων, χωρίς ουσιαστική σημασία. Σε περιπτώσεις θεμάτων όπως οι κάρτες, που έχουν εκδοθεί και ανταλλαχθεί σε εξαιρετικά μεγάλους αριθμούς, η δειγματοληπτική εξέταση αρκεί για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, αρκεί το χρησιμοποιούμενο δείγμα να είναι αντιπροσωπευτικό. Αυτό φροντίσαμε να κάνουμε, στηριζόμενοι σε ένα υλικό που συλλέχθηκε κατά βάση στη δεκαετία του 1990, αλλά εμπλουτιζόταν συνεχώς κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αι., ώστε να στηρίξει με επάρκεια τη μελέτη των καρτών και των παραμέτρων που προσδιορίζουν τον σχεδιασμό, την παραγωγή, την αγορά και τη χρήση τους, αλλά και την εξέλιξη όλων αυτών των θεμάτων στις μέρες μας, λόγω της εισαγωγής νέων τεχνολογιών, που πρόσφεραν τη δυνατότητα της αντικατάστασής τους, ή της εναλλακτικής χρήσης των ψηφιακών ισοδυνάμων τους.

Στη διάρκεια της έρευνας και της μελέτης του υλικού, ιδιαιτέρως χρήσιμες ήταν οι θεωρίες για τον υλικό πολιτισμό, τη «ζωή» των πραγμάτων, τη φόρτιση και τη σημασιοδότησή τους ως μνημονικών τόπων και την αλληλεπίδρασή τους προς την κοινωνία που τα χρησιμοποιεί, των οποίων αναφορά γίνεται στην εισαγωγή του παρόντος βιβλίου, καθώς χρησιμοποιήθηκαν στην προσπάθειά μας να μελετήσουμε και να ερμηνεύσουμε το αντικείμενό μας. Όπως προαναφέρθηκε, η προγενέστερη ελληνική βιβλιογραφία είναι πενιχρή, ενώ η ξένη, λαογραφική και ανθρωπολογική, πλούσια μεν, αλλά σχετικά μονομερής, καθώς επικεντρώνεται είτε σε πρακτικά και περιγραφικά, είτε σε ζητήματα ταυτοτήτων και ερμηνείας κοινωνικών και καλλιτεχνικών πρακτικών. Οπωσδήποτε, από τη βιβλιογραφία αυτή απουσίαζε μια συστηματική λαογραφική μελέτη των ελληνικών καρτών, κενό το οποίο έρχεται να καλύψει η μετά χείρας μελέτη.

Θέλουμε θερμά να ευχαριστήσουμε τόσο τους πληροφορητές μας, όσο και την Επίκ. Καθηγήτρια Λαογραφίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης κυρία Νάντια Μαχά και τον Επίκ. Καθηγητή Αστικής Λαογραφίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γιώργο Κούζα, για την συμβολή τους στη βιβλιογραφική ενημέρωση της μελέτης μας, τον τέως Αναπλ. Καθηγητή του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Αριστείδη Δουλαβέρα για τη βοήθειά του, αλλά και όλους τους συναδέλφους με τους οποίους κατά καιρούς είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε ορισμένα σημεία της. Ιδιαιτέρως ευχαριστούμε τον εκδότη μας κ. Θάνο Ψυχογιό, που δέχθηκε να συμπεριλάβει το βιβλίο μας στη φιλόξενη αγκαλιά των εκδόσεων «Ινστιτούτο του Βιβλίου – Καρδαμίτσα», και συνεργάστηκε μαζί μας άψογα για το τελικό εκδοτικό και εκτυπωτικό αποτέλεσμα.

Μία ακόμη ακροτελεύτια σημείωση: το βιβλίο αυτό πήρε την τελική μορφή του από τον Μάρτιο ως τον Μάιο του 2020, σε εποχή απομόνωσης και γενικής κατήφειας, λόγω της επιδημίας του κορονοϊού Covid-19, που έπληττε τότε όχι μόνο τη χώρα μας, αλλά και όλη την Ευρώπη και την υφήλιο, αφήνοντας πίσω του δεκάδες χιλιάδες νεκρούς. Ας θεωρηθεί ελάχιστη απόδειξη του σθένους που μπορεί να προσδώσει στον άνθρωπο η έρευνα, η συγγραφή και εν γένει η πνευματική εργασία, η οποία αποτελεί αγαπημένο και ασφαλές καταφύγιο σε καιρούς δυσχειμέριους.

Αθήνα, Άνοιξη 2020



Κατηγορίες Nέες εκδόσεις