Νικόλας Πίσσης

Αποκαλυπτικός λόγος και συλλογικές ταυτότητες (17ος-18ος αι.)

Περίληψη

Σε αντίθεση με την αποκαλυπτική γραμματεία του δυτικού μεσαίωνα και της πρώιμης νεώτερης εποχής, που έχει αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής ιστορικής έρευνας, η αντίστοιχη γραμματεία της βυζαντινής και κυρίως της οθωμανικής περιόδου, που ενδιαφέρει εδώ, έχει ερευνηθεί κατά κανόνα από θεολογική ή από φιλολογική και παλαιογραφική σκοπιά, ενώ ένα μεγάλο τμήμα της γραμματείας αυτής παραμένει ανέκδοτο. Οπωσδήποτε δεν έχει αξιοποιηθεί εξαντλητικά για την ιστορία των νοοτροπιών, για ζητήματα πρόσληψης του ιστορικού χρόνου, σχέσεων της λαϊκής και λόγιας κουλτούρας, ή για την ιστορία των συλλογικών ταυτοτήτων, παρά τις υπάρχουσες σημαντικές εργασίες (κυρίως του Αστέριου Αργυρίου και του Αλέξανδρου Καριώτογλου). Πρόσθετη δυσκολία συνιστά η ενσωμάτωση της αποκαλυπτικής παράδοσης κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα στη γενεαλογία του εθνικού κινήματος. Με τη συνδρομή της ιστορικής και της λαογραφικής επιστήμης, οι εσχατολογικές και μεσσιανικές προσδοκίες της οθωμανικής περιόδου αποσπάστηκαν από τα ιστορικά τους συμφραζόμενα για να υπαχθούν στη λογική της Μεγάλης Ιδέας και στους στόχους του ελληνικού αλυτρωτισμού. Μετονομάστηκαν έτσι σε εθνικά πεπρωμένα, ενώ το περιεχόμενό τους θεωρήθηκε δεδομένο και μονοσήμαντο. Δεν πρόκειται όμως απλώς για την εκκοσμίκευση ενός θρησκευτικού λόγου με αναφορά στα έσχατα, στο τέλος του χρόνου. Ήδη η παράδοση της βυζαντινής αυτοκρατορικής εσχατολογίας (Reichseschatologie κατά τον όρο του G. Podskalsky) αφορούσε το μέλλον της αυτοκρατορίας, ταυτίζοντας τη βασιλεία του Χριστού με τη ρωμαϊκή βασιλεία και το τέλος της δεύτερης με το τέλος του κόσμου. Παρά τη διάψευση αυτής της βεβαιότητας, η γραμματεία της οθωμανικής περιόδου, που θα εξεταστεί εδώ, δεν αναίρεσε τη σύμφυρση αυτή, συνδέοντας εναλλακτικά το τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας με την προοπτική της αποκατάσταση της ρωμαϊκής βασιλείας ή με τη Δευτέρα Παρουσία. Η προσδοκία της λύτρωσης μπορούσε να αναφέρεται στον παρόντα κόσμο ή στο επέκεινα, ανήκε «στην εσχατολογική πρόσληψη του κόσμου, όχι αποκλειστικώς στο σχήμα που προέβλεπε αυτή» (Σπ. Ασδραχάς). (Παρά τους διαφορετικούς ορισμούς και τις διακριτές σημασίες και συνδηλώσεις της αποκαλυπτικής, της εσχατολογικής και της χρησμολογικής γραμματείας, αντιμετωπίζονται εδώ ως τμήματα μιας ενιαίας και αλληλοδιαπλεκόμενης παράδοσης. καθώς η σχετική βιβλιογραφία δεν έχει επιβάλει μια δεσμευτική ορολογία). Σκοπός της ανακοίνωσης θα είναι με βάση κείμενα διακριτών ειδών εντός της ενιαίας αυτής παράδοσης, χρησμολόγια και ερμηνείες χρησμών, «εξηγήσεις» της Αποκάλυψης και αποκαλυπτικές «οράσεις» του 17ου και 18ου αιώνα, να αναδειχθούν οι συλλογικές κατηγορίες, στις οποίες αναφέρονται τα κείμενα αυτά. Δεν πρόκειται μόνο για την ανάδειξη της διαφορετικής ποιότητας των σχετικών συλλογικών ταυτοτήτων σε σχέση με μεταγενέστερες εθνικά προσδιορισμένες, αναχρονιστικές ερμηνείες. Μέσω της προβολής του μέλλοντος η παράδοση αυτή νοηματοδοτούσε το παρελθόν και το παρόν του ορθόδοξου γένους συγκροτώντας την ταυτότητά του. Οι πολλαπλές χρήσεις και λειτουργίες του αποκαλυπτικού λόγου, για την προβολή της προσδοκίας της αποκατάστασης, ή αντίθετα για την υπογράμμιση της νομιμοφροσύνης απέναντι στην Πύλη και την αναπαραγωγή των δομών του οθωμανικού συστήματος, η αναφορά στην εγκόσμια ή υπερβατική λύτρωση, συνεπάγονταν διαφορετικές εκδοχές της συγκρότησης συλλογικών ταυτοτήτων. Η ποικιλία των εκδοχών αυτών αποτελεί το θέμα της ανακοίνωσης.

Η ανακοίνωση (PDF)